Πέμπτη 6 Μαρτίου 2014

ΜΠΛΟΦΑΡΕΙ Ο ΕΡΝΤΟΓΑΝ Η ΟΧΙ;


Ίσως ο Ταγίπ Ερντογάν να άνοιξε, τελικά, την πόρτα της δικής του ευγενικής εξόδου από την πολιτική. Ίσως όμως, να επιχειρεί να κοιμίσει τους αντιπάλους του, να πολώσει ακόμη περισσότερο την ατμόσφαιρα και να οργανώσει ένα πογκρόμ εναντίον όλων όσων σήμερα του δείχνουν την πόρτα της εξόδου. Με ένα «ευγενικό» δίλημμα προς τους ψηφοφόρους, που είναι όμως ένας πανέξυπνος πολιτικός ελιγμός για να αποχωρήσει χωρίς περαιτέρω επιπτώσεις, ο τούρκος πρωθυπουργός Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, γνωρίζοντας πως έχει τελειώσει πολιτικά, δήλωσε πως αν δεν υπάρξει νίκη για τον ίδιο στις αυτοδιοικητικές εκλογές, τότε θα αποχωρήσει.

Ο τούρκος πρωθυπουργός Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, ο οποίος έχει εμπλακεί σε μεγάλη υπόθεση διαφθοράς, δήλωσε έτοιμος να εγκαταλείψει την πολιτική εάν το κόμμα του δεν κερδίσει τις δημοτικές και νομαρχιακές εκλογές της 30ης Μαρτίου.«Αν το κόμμα μου δεν καταλάβει την πρώτη θέση στις περιφερειακές εκλογές, είμαι έτοιμος να εγκαταλείψω την πολιτική», δήλωσε ο κ. Ερντογάν από την Άγκυρα. Αντιλαμβανόμενος, προφανώς, πως ο κλοιός γύρω του κλείνει ταχύτατα και κατανοώντας πως μέχρι και την τελευταία ημέρα πριν τις εκλογές στην Τουρκία θα γίνει στόχος ανελέητων και αυξανόμενων τόσο ποσοτικά όσο και ποιοτικά χτυπημάτων, χρησιμοποιώντας ένα διττό μήνυμα, θέτει θέμα αποχώρησής του εάν χαθούν οι δημοτικές και νομαρχιακές εκλογές από τους υποψηφίους του κόμματός του.

Μετά την άνοδό του στην εξουσία το AKP δεν έχει χάσει σε καμία εκλογική αναμέτρηση. Όμως σύμφωνα με μια τελευταία δημοσκόπηση της εταιρείας Sonar, η δημοτικότητα του κόμματος του κ. Ερντογάν έχει σημειώσει πτώση ενόψει των περιφερειακών εκλογών, που θεωρούνται δοκιμασία, και πλέον κυμαίνεται στο 40%. Μέχρι στιγμής, δεκάδες επιχειρηματίες, βουλευτές και υψηλόβαθμα στελέχη που πρόσκεινται στην κυβέρνηση έχουν εμπλακεί στο σκάνδαλο διαφθοράς που ξέσπασε τον Δεκέμβριο, όπως και συγγενείς υπουργών της κυβέρνησης, με αποτέλεσμα να εκλείπουν τα επιχειρήματα για την καθαρότητα λειτουργίας του κυβερνώντος κόμματος αλλά και του ίδιου του τούρκου πρωθυπουργού (με τις διαρροές προσωπικών του ηχογραφήσεων).

Βέβαια, ενώ η Κωνσταντινούπολη είναι η πόλη που θα κρίνει την ισχύ των σημερινών πολιτικών δυνάμεων στην γείτονα, η οποία σύμφωνα με τις μέχρι τώρα ενδείξεις έχει χαθεί για τον Ερντογάν, και με δεδομένο ότι ο τούρκος πρωθυπουργός δεν φημίζεται για την σταθερότητα του χαρακτήρα του, δεν θα πρέπει να θεωρηθεί απίθανο να αλλάξει γνώμη μετά τα αποτελέσματα των εκλογών και να φανεί ασυνεπής για μία ακόμη φορά, απέναντι στις ίδιες του τις δηλώσεις.

Ήδη, εξάλλου, υπάρχουν κάποιες συζητήσεις στην Τουρκία, οι οποίες αναφέρονται σε πιθανό πολιτικό τέχνασμα εκ μέρους του τούρκου πρωθυπουργού, ο οποίος θέλει να εμφανισθεί πως παραδίδεται στους αντιπάλους του, προκειμένου να μην συνεχιστούν οι αποκαλύψεις εις βάρος του ίδιου και της οικογενείας του, και με αυτόν τον τρόπο να υπάρξει μία άτυπη ανακωχή η οποία ενδέχεται να σταματήσει την «διαρροή» ψηφοφόρων του ΑΚΡ (κυβερνών κόμμα) και την περαιτέρω απώλεια ισχύος του κ. Ερντογάν, ο οποίος αμέσως μετά τις εκλογές θα επανακάμψει δριμύτερος κατά όλων εκείνων που θέλουν να τον αποκαθηλώσουν από την πρωθυπουργία.

Μία τέτοια «στροφή» όμως, κρίνεται λίαν επικίνδυνη, αφού θα συνεγείρει ισχυρότατες δυνάμεις (τόσο από το εσωτερικό όσο και από το εξωτερικό) στην Τουρκία, οι οποίες θα κινηθούν ταχύτατα για να «τελειώσουν» οριστικά και αμετάκλητα με τον σημερινό τούρκο πρωθυπουργό. Όμως, σε περίπτωση που ο Ταγίπ Ερντογάν φανεί ασυνεπής ως προς την υπόσχεση που αφορά την αποχώρησή του, θα πρέπει να γνωρίζει πως οι αντίπαλοί του δεν θα αρκεστούν στην απλή αποκαθήλωσή του και στην απομάκρυνσή του από την εξουσία, αλλά θα τον τιμωρήσουν παραδειγματικά με συνέχιση διαρροών που αφορούν τον τούρκο πρωθυπουργό και οι οποίες (εξ όσων γνωρίζουμε) δεν θα μείνουν στις περιπτώσεις διαφθοράς, αλλά θα πάνε ακόμη παραπέρα, διαλύοντας το ηθικό και θρησκευτικό προφίλ του σημερινού τούρκου πρωθυπουργού…

Ίσως ο Ταγίπ Ερντογάν να άνοιξε, τελικά, την πόρτα της δικής του ευγενικής εξόδου από την πολιτική. Ίσως όμως, να επιχειρεί να κοιμίσει τους αντιπάλους του, να πολώσει ακόμη περισσότερο την ατμόσφαιρα και να οργανώσει ένα πογκρόμ εναντίον όλων όσων σήμερα του δείχνουν την πόρτα της εξόδου, απαιτώντας την απομάκρυνσή του από την εξουσία (και από το «μέλι»).

 Όπως και να έχει, σε καμία περίπτωση ο Ερντογάν δεν θα πρέπει να ξεχνάει τις φωνές των Τούρκων που πριν από λίγες ημέρες ζητούσαν την παραίτησή του αποκαλώντας τον κλέφτη…, αφού θα είναι οι ίδιοι και περισσότεροι εκείνοι που σε περίπτωση παραμονής του στην εξουσία θα τον αποκαλούν με πολύ χειρότερα «επίθετα» και θα του δείχνουν την πόρτα της φυλακής και όχι απλά της εξόδου… Ο Ερντογάν σίγουρα αποχαιρετά την εξουσία. Ο ίδιος θα αποφασίσει τον τρόπο που θα το κάνει, εάν, φυσικά, θέλει να υπάρχει περίπτωση επανόδου του κάποια στιγμή στο μέλλον...Διαβάστε την Επικαιρότητα  εδώ




ΤΟ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟ ΠΟΙΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΤΟΥ ΕΧΘΡΟΥ


Η δικαιοκρατική αρχή, δεν αποτελεί περιφερειακή, ή ήσσονος σπουδαιότητος υπόθεση για την Δημοκρατία, παρά συνιστά στοιχείο του ίδιου της του πυρήνα και, με την απεμπόλησή της, αλλοιώνεται ο ίδιος ο χαρακτήρας του δημοκρατικού πολιτεύματος, το οποίο εδράζεται σε ένα δίκαιο θετικό, ρητό, δημοσιευμένο, το οποίο μπορεί να αξιώνει σεβασμό μόνο όταν και στον βαθμό που, έχει πράγματι δοθεί η δυνατότητα στους πολίτες, να γνωρίσουν το περιεχόμενό του.

Ο χωρίς ρητό νομοθετικό έρεισμα περιορισμός των συνταγματικώς κατοχυρωμένων δικαιωμάτων, απαγορεύεται απολύτως, πολλώ δε μάλλον όταν ο περιορισμός αυτός συντελείται με τα επαχθέστατα μέσα δικονομικού καταναγκασμού που διαθέτει το κράτος, τα μέσα δηλαδή του Ποινικού Δικαίου και δη το επαχθέστατο όλων, την προσωρινή κράτηση, την προληπτική στέρηση της ελευθερίας ατόμου που δεν έχει ακόμα δικαστεί και καταδικαστεί για τις πράξεις που του αποδίδονται.

Μπορεί πράγματι, στα πλαίσια της ελευθερίας του λόγου και της ελεύθερης εκφράσεως απόψεων, που αναγνωρίζονται ως αυτονόητα κεκτημένα του νομικού πολιτισμού των σύγχρονων δημοκρατιών, να μιλήσει κανείς σήμερα “για εχθρούς”, εχθρούς εσωτερικούς, αναφερόμενος σε όσους στοχεύουν, ασκώντας βία, να πλήξουν το αξιακό σύστημα της κοινωνίας και να κλονίσουν τους δημοκρατικούς θεσμούς και την πολιτειακή τάξη, ως μιας κατηγορίας ανθρώπων, που βρίσκεται απέναντι από την κοινωνία των πολιτών.

Μία σχετική ανάγνωση του Ποινικού Δικαίου έχει επιχειρηθεί παλαιότερα στην Γερμανία*, στο πλαίσιο μίας προσπάθειας για μια διαφορετική ερμηνεία του υφισταμένου Ποινικού Δικαίου και προσδιορισμού των εννοιών του και κάτω από αυτό το αξιολογικό πρίσμα, όχι όμως ως πρόταση ανατροπής της κρατούσας ερμηνευτικής προσέγγισης, η οποία εκφράζει μία αρχή, που διήκει την ποινική δογματική στο σύνολό της και θέλει το Ποινικό Δίκαιο να ενεργοποιείται μόνο ως το ύστατο μέσο καταναγκασμού εκ μέρους της πολιτείας, ως αντίδραση σε εκδηλωθείσα εγκληματική συμπεριφορά και μόνον κατ'εξαίρεση προληπτικά.

Μπορεί, στη γραμμή αυτής της σκέψης, να υποστηρίξει κανείς, πως “οι εχθροί” ετούτοι, διαρρηγνύουν το “κοινωνικό συμβόλαιο” και ότι, κατά συνέπεια, επανέρχονται, ειδικά αυτοί, σε μία προγενέστερη, προκοινωνική, κατάσταση ανθρώπινης συμβίωσης και η ίδια η πολιτεία δικαιούται, ίσως ακόμα και να υποχρεούται, προκειμένου να διασφαλίσει την ίδια της την υπόσταση, να τους εκβάλει από τους κόλπους τους, όχι διά της φυσικής, της βιολογικής τους εξοντώσεως, αλλά επιβάλλοντάς τους έναν, προσωρινό ίσως, αστικό, πολιτικό θάνατο, απογυμνώνοντάς τους από την προστασία και τις εγγυήσεις που παρέχει στους πολίτες της.

Εξοχότερο ίσως παράδειγμα μιας τέτοιας πρακτικής, το φαινόμενο του Γκουαντάναμο στις ΗΠΑ. Αδιευκρίνιστο παραμένει ακόμα, αν η επιβολή προσωρινής κρατήσεως προσφάτως, σε κατηγορούμενο στην Ελλάδα για συμμετοχή σε τρομοκρατική οργάνωση, καθ'υπέρβασιν των ανωτάτων επιτρεπομένων χρονικών ορίων, αποτέλεσε ατυχή δικαστική αυθαιρεσία, ή αν εκφράζει και μία, ανομολόγητη ακόμα, απόφαση της πολιτείας να κινηθεί νομοθετικά προς μία τέτοια κατεύθυνση, αρυόμενη την δογματική της εγκυρότητα από μία αντίστοιχη ανάγνωση του ελληνικού Ποινικού Δικαίου και ως “Ποινικού Δικαίου του εχθρού”.

Το κράτος δεν μπορεί να δρα στο σκοτάδι, στην σκιά, επιλέγοντας να ενεργεί ανομολόγητα, αμφίσημα, δειλά.Η πολιτική εξουσία, που ασκείται χωρίς να έχει ανακοινώσει τους στόχους της και το ρυθμιστικό πλαίσιο άσκησής της, τους όρους δηλαδή της αυτοδέσμευσής της, δεν αποτελεί παρά αυθαιρεσία του φορέα της.Το κράτος δικαίου αξιώνει πολίτες κοινωνούς του δικαίου και η κοινωνία αυτή προϋποθέτει την γνώση, από μέρους των πολιτών, των όρων πιθανού περιορισμού των ελευθεριών τους και των ατομικών τους δικαιωμάτων.

«ΑΠΟΚΛΙΜΑΚΩΣΗ ΜΕ ΤΗΝ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΔΙΕΘΝΩΝ ΠΑΡΑΤΗΡΗΤΩΝ» ΠΡΟΤΕΙΝΕΙ Η ΑΜΕΡΙΚΗ ΣΤΗ ΡΩΣΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΡΙΣΗ ΣΤΗΝ ΟΥΚΡΑΝΙΑ


Οι Ηνωμένες Πολιτείες προσέφεραν στον Ρώσο πρόεδρο Βλάντιμιρ Πούτιν διέξοδο από την κρίση στην Ουκρανία, σε συνεργασία με τους ευρωπαίους συμμάχους τους. Η ιδέα αυτής της δυνητικής λύσης στην κρίση «έπεσε» στο τραπέζι από τον πρόεδρο Μπαράκ Ομπάμα κατά τη διάρκεια της τηλεφωνικής συνομιλίας με το Ρώσο ομόλογό του, το περασμένο Σάββατο και αποκαλύφτηκε από αξιωματούχο του Λευκού Οίκου στους δημοσιογράφους.

Ο Αμερικανός πρόεδρος μίλησε γι αυτή τη λύση εξόδου από την κρίση που οι αξιωματούχοι αποκαλούν «off-ramp» λύση κατά τη διάρκεια της τηλεφωνικής επικοινωνίας του την Τρίτη με τη Γερμανίδα καγκελάριο Άνγκελα Μέρκελ, όπως αποκάλυψε ο ίδιος αξιωματούχος. Ο Αμερικανός επίσημος σημείωσε τις στενές διπλωματικές και οικονομικές σχέσεις μεταξύ της Γερμανίας και της Ρωσίας και εκτίμησε ότι η Μέρκελ έχει σημαντικό ρόλο να διαδραματίσει στη διευκόλυνση του διαλόγου.

Αποκλιμάκωση: Η ουσία της πρότασης είναι «η αποκλιμάκωση, με την ανάπτυξη διεθνών παρατηρητών» και την έναρξη διαλόγου μεταξύ Μόσχας και Κιέβου. Η «αποκλιμάκωση» περιλαμβάνει επίσης, από ρωσικής πλευράς, την επιστροφή των στρατιωτών στις βάσεις τους στην Κριμαία. Το ζήτημα της νομιμότητας της προσωρινής κυβέρνησης του Κιέβου, που απέρριψε ο Πούτιν θα επιλυθεί στις εκλογές του Μαΐου.

Ερωτηθείς σχετικά με την ουσία της 90λεπτης συνομιλίας μεταξύ του Ομπάμα και του Πούτιν το Σάββατο, ο αξιωματούχος δήλωσε ότι ο πρόεδρος των ΗΠΑ έθεσε στον ομόλογό του το ζήτημα. Παράλληλη όμως με αυτό το άνοιγμα, οι Ηνωμένες Πολιτείες θα συνεχίσουν να αυξάνουν την πίεση στη Ρωσία, μέσω των οικονομικών κυρώσεων, είπε ο αξιωματούχος, προειδοποιώντας για ακόμη πιο σοβαρές συνέπειες αν οι κινήσεις των ρωσικών στρατευμάτων ξεφύγουν από την Κριμαία και προς την ανατολική Ουκρανία.

Νωρίτερα την Τρίτη, ο πρόεδρος Ομπάμα είχε υψώσει τους τόνους απορρίπτοντας τις δηλώσεις του Πούτιν για την κατάσταση στην Κριμαία. «Ο καθένας αναγνωρίζει ότι παρόλο που η Ρωσία έχει έννομο συμφέρον σε ότι συμβαίνει στη γειτονική της χώρα, δεν έχει δικαίωμα να χρησιμοποιήσει βία για να ασκήσει την επιρροή της σε αυτή τη χώρα», προειδοποίησε ο Ομπάμα. Ωστόσο, άφησε την πόρτα ανοιχτή για μια διπλωματική λύση και ανέφερε « ορισμένες πληροφορίες ότι ο πρόεδρος Πούτιν θέλει το χρόνο του για να προβληματιστεί σχετικά με το τι συνέβη».


AΚΡΙΣΙΑ Η ΕΘΝΙΚΗ ΜΑΣ ΝΟΣΟΣ


Είναι πολλά τα συμπτώματα στον συλλογικό ελλαδικό μας βίο που συνηγορούν στη διαπίστωση ότι η ακρισία έχει εξελιχθεί σε εθνική μας νόσο. Mοιάζουμε ανίκανοι οι πολίτες στη σημερινή Eλλάδα να κρίνουμε (διακρίνουμε - συγκρίνουμε) ποιότητες, να ξεχωρίσουμε (σταθμίσουμε) τι μας συμφέρει και τι μας βλάπτει, να διαβαθμίσουμε την επικινδυνότητα μιας απειλής ή την ωφελιμότητα μιας ευκαιρίας.

Eχει μειωθεί εντυπωσιακά η ικανότητά μας να αξιολογούμε προσόντα, επιδεξιότητες, κατάρτιση των ανθρώπων που αναλαμβάνουν να διαχειριστούν τη ζωή μας. Eμπιστευόμαστε με απίστευτη αφέλεια τσαρλατάνους, χειροκροτούμε εκστασιασμένοι τυχάρπαστους απατεώνες και μικρονοϊκούς κομπορρήμονες. Σίγουρα, πρέπει να αποτελούμε ιδανική για τους διαφημιστές «αγορά» ευκολόπιστων καταναλωτών.

Aποδείχνουμε καθημερινά ανύπαρκτες τις αντιστάσεις μας στη χειραγώγηση, στην εσκεμμένη φημολογία, στην εξαπάτησή μας από συνθηματολογίες. Παιδαριωδώς αφελείς υιοθετούμε κάθε ηλίθια «πληροφορία», κάθε ανεξέλεγκτη φαρμακερή κακολογία ή έπαινο ή ετικέτα για οποιονδήποτε. Iσως αυτή η λοιμική της ακρισίας να ξεκινάει από τα πρώτα μας βήματα στο σχολειό: Δυσκολεύεται «το καημένο το παιδί» μας με τα προβλήματα που του έδωσε ο δάσκαλος, το βοηθάμε λοιπόν να τα λύσει – η κατεστημένη νοοτροπία αξιολογεί σαν υπέρτερη (για κάθε πρόβλημα) την έτοιμη ή την «άνωθεν» λύση από τη χαρά της πρόκλησης για την κατάκτηση της λύσης.

Στο ελλαδικό σχολείο το «πρόβλημα», η «άσκηση», είναι επαχθές χρέος, αναγκαίο κακό, όχι χαρά αναμέτρησης με τη δυσκολία, παιχνίδι κριτικής ευρηματικότητας, αφορμή να ανακαλύψεις τις ικανότητες του μυαλού σου. Δεν ξέρω αν υπάρχει επί γης άλλη κοινωνία όπου να ευδοκιμούν «λυσάρια» – βιβλία που προσφέρουν έτοιμες τις λύσεις όσων προβλημάτων περιέχονται στα σχολικά βιβλία για την άσκηση των μαθητών ή έτοιμη τη μετάφραση και τη γραμματική - συντακτική ανάλυση των αρχαίων κειμένων.

Στο Eλληνόπουλο πάντως χαρίζονται όλοι οι κόμποι λυμένοι, όλα έτοιμα για χρηστική κατανάλωση. Iδια είναι και η λογική του «εξεταστικού συστήματος» στο Eλλαδέξ: χρηστική λογική της «απομνημόνευσης» στις πανελλήνιες (εισαγωγικές στο πανεπιστήμιο) εξετάσεις, λογική που καθιστά χρηστικά αυτονόητη και την «αντιγραφή» στα πανεπιστημιακά έδρανα (στατιστικά σε ποσοστό 85%). Aκριβώς η ίδια λογική έχει οδηγήσει τη χώρα μας και στο απόγειο της εκβαρβαρωτικής χρησιμοθηρίας, το «φροντιστήριο»: Nα υποκαθιστά τη σχολική (οπωσδήποτε), συχνά και την πανεπιστημιακή εκπαίδευση το χρυσοπληρωμένο ιδιωτικό μάθημα (το «ιδιαίτερο»).

Mε τέτοιον έγκαιρο εθισμό στην ευκολία, στην καταναλωτική εκδοχή της εκπαίδευσης, είναι απολύτως φυσιολογικό επακόλουθο η ακρισία: η ανικανότητα διάκρισης του ορθού από το λάθος, του έγκυρου από το εσφαλμένο, της επίμοχθης κατάκτησης από την απερίσκεπτη πρόσληψη και παραδοχή. Γινόμαστε πολίτες και περιμένουμε τις λύσεις των προβλημάτων μας έτοιμες, σαρκωμένες σε «χαρισματικούς» ηγέτες, ή τις αναζητάμε σε «λυσάρια» ιδεολογημάτων, ελιξήρια «κεντροαριστεράς» ή «κεντροδεξιάς» σολομωνικής – σε «συνταγές Φραγκοβανδάλων μάγων».

Aπολύτως φυσιολογικό και τα σχόλια των αναγνωστών αυτής εδώ της επιφυλλίδας, στην ηλεκτρονική έκδοση της εφημερίδας, να επαναλαμβάνουν μονότονα, χρόνια τώρα, τη σταθερή επίκριση: «Kάνεις μόνο κριτική, δεν προτείνεις λύση» – «κατακρίνεις τους πάντες, χωρίς να έχεις να αντιτάξεις κάτι το συγκεκριμένο θετικό» – «έρχονται εκλογές, τους βγάζεις όλους σκάρτους, ποιον επομένως να ψηφίσουμε;». Σε προφορικές συζητήσεις, μετά από διαλέξεις ή παρουσιάσεις βιβλίων, το αίτημα γίνεται προστακτική έκκληση: «Πες μας ποιον να ψηφίσουμε, κατεβάστε σχήμα εσείς, οι “πνευματικοί ταγοί” να σας ακολουθήσουμε».

Eίναι απόλυτα σεβαστή η αγωνία των ανθρώπων, κατανοητή η ασφυξία που νιώθουν εγκλωβισμένοι σε ένα πολιτικό σύστημα εντελώς πια ανυπόληπτο, κραυγαλέα ανίκανο, αμετανόητα φαύλο, ανήθικο-σάπιο ώς το μεδούλι του. Oμως κανένας σοφός, κανένας δάσκαλος, κανένας Nέστορας σύνεσης και ευθυκρισίας δεν μπορεί να υποκαταστήσει την ευθύνη του πολίτη να κρίνει το ορθότερο πρακτέο.

Oι λύσεις στα κοινωνικά-πολιτικά προβλήματα γεννιώνται από τη συνισταμένη της ατομικής ευθύνης των πολιτών, την κοινωνική δυναμική που προκύπτει από αυτή τη συνισταμένη, είναι συνάρτηση οι λύσεις της κατά κεφαλήν καλλιέργειας των πολιτών. Δεν αντιπαλεύονται καταστροφικές κρίσεις, ούτε η πολιτισμική παρακμή, με ετοιματζίδικες συνταγές ή με θεόπεμπτους ηγέτες.

Δουλειά και χρέος του δασκάλου είναι να φωτίζει τα προβλήματα, τα πραγματικά τους δεδομένα, να τα αναλύει με ορθολογισμό και τιμιότητα. Nα ελευθερώνει την κρίση του πολίτη από ψευδαισθητικές υποβολές, ψυχολογικές αγκυλώσεις, σκόπιμες στρεβλωτικές οπτικές. Tελικά, όμως, την ευθύνη της κρίσης για το συμφερότερο την έχει ο πολίτης. Aυτός θα αποφασίσει αν θα προκρίνει το μη χείρον, αν θα εμμείνει ασυμβίβαστος στη λευκή ψήφο, αν θα επιλέξει την αποχή από την εκλογική διαδικασία. Oποια απόφαση κι αν πάρει, η ουσιωδέστερη συμβολή του στα κοινά θα είναι η συνειδητή και με σοβαρότητα επίγνωση ότι η ψήφος του κρίνει τη ζωή του, την ποιότητα του μέλλοντός του, το αν θα κληροδοτήσει χαρά ή συμφορά στα παιδιά του.

O συλλογικός βίος, σε κάθε παραμικρή πτυχή του, από το σχολείο ώς το «σούπερ μάρκετ» και από την τηλεόραση ώς το κοινοβούλιο, συνεχίζει να λειτουργεί αυτονόητα με όρους μεθοδικού βιασμού της κρίσης του πολίτη, προγραμματικού αποκλεισμού της κριτικής σκέψης. H ακρισία έχει παγιωθεί ως εθνικό μας νόσημα, ενδημική συμφορά, συλλογική αναπηρία. Zήσαμε τα τελευταία χρόνια εξευτελιστικές επιπτώσεις, καταστροφικές συνέπειες της ακρισίας μας: Xειροκροτήσαμε και οδηγήσαμε στη Bουλή κομματικούς αρχηγούς, που κανένας σοβαρός άνθρωπος δεν θα τους εμπιστευόταν έστω και τη διαχείριση περιπτέρου.

Ψηφίσαμε πρωθυπουργό με ολοφάνερη διανοητική υστέρηση, υπουργό υπεύθυνο για την άμυνα της χώρας έναν κοινό λωποδύτη, τηλεκατευθυνόμενα πρακτοράκια να διαχειρίζονται την οικονομία, τυχάρπαστα προϊόντα της κομματικής κουζίνας να έχουν την ευθύνη της παιδείας και του πολιτισμού των Eλλήνων, προσφέραμε βουλευτικούς θώκους σε τραμπούκους θιασώτες της βίας – τι άλλο πρέπει να δούμε για να τρομάξουμε από την ακρισία μας;

Συμπληρώνουμε φέτος σαράντα χρόνια διαιώνισης ενός συμπτώματος, που σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες είχε διάρκεια λίγων μηνών ή, το μέγιστο, ενός - δύο ετών: Mιλάω για την αναγραφή συνθημάτων στους τοίχους, τον βανδαλικό πρωτογονισμό καταρρύπανσης ή και καταστροφής μνημείων, δημόσιων και ιδιωτικών κτηρίων, την κουρελαρία και βρωμιά των αφισοκολλήσεων την εξωραϊσμένη σαν «ελεύθερη διακίνηση ιδεών». Kραυγάζει το σύμπτωμα ότι, δίχως φραγμούς, η ακρισία μεταβάλλει τη συνύπαρξη σε «ένα απέραντο φρενοκομείο».