Παρασκευή 17 Ιανουαρίου 2014

ΤΡΙΑ ΣΕΝΑΡΙΑ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΚΡΙΣΗΣ


Είπαμε, τελειώνοντας το 2013 και ανατέλλοντος του 2014, να επιχειρήσουμε ολίγη «μελλοντολογία». Τρία ζητήματα έχουν σήμερα ζωτικότατη σημασία για τον κόσμο μας: οι ανθρωπογενείς κλιματικές αλλαγές, που απειλούν τους όρους ύπαρξης της ανθρωπότητας, η κατάσταση στη Μέση Ανατολή, όπου παίζεται εμμέσως το ζήτημα της παγκόσμιας κυριαρχίας (και σημειώνεται μια πολύ ενδιαφέρουσα σύγκρουση μεταξύ, αφενός μιας συμμαχίας ΗΠΑ-Ρωσίας, αφετέρου του Ισραήλ των γερακιών) και, τέλος, η ευρωπαϊκή κρίση, αποφασιστικής σημασίας και για την παγκόσμια οικονομία και για την πορεία του πλανήτη.

Στο παρόν κείμενο θα επιχειρήσουμε να οριοθετήσουμε, σε γενικές γραμμές, τρία σενάρια που μπορεί, κατά τη γνώμη μας, να ακολουθήσουν τα ευρωπαϊκά πράγματα και τρία σενάρια που, αντιστοίχως προς τα γενικότερα, μπορούν να ακολουθήσουν τα ελληνικά, μαζί και να προσδιορίσουμε τις πολιτικές και ιδεολογικές δυνάμεις που πρωταγωνιστούν επικρατούντος ενός εκάστου σεναρίου. Σε μια σειρά από άρθρα μας, έχουμε υποστηρίξει από το 2010 γιατί, κατά την εκτίμησή μας, η ελληνική κρίση είναι “τύπου Βαϊμάρης plus”,

α)θέτοντας σε αμφισβήτηση την αναπαραγωγή του κοινωνικού σχηματισμού, της δημοκρατίας και του ελληνικού κράτους-έθνους,

β) επάγοντας συστημική κρίση της ΕΕ,

γ)γιατί περιέχει και ισχυρή γεωπολιτική συνιστώσα εξ ου και το “plus”. Δεν θα επαναλάβουμε εδώ αυτές τις αναλύσεις, που είναι η προϋπόθεση όσων ακολουθούν. Η «χαοτική», «μη γραμμική» φύση της ευρωπαϊκής κρίσης δεν επιτρέπει εύκολους ντετερμινισμούς. Μας αναγκάζει σε μια κατ’ ανάγκη γενική σκιαγράφηση, μέσω «σεναρίων», των περιοχών στις οποίες μπορούν να κινηθούν και να καταλήξουν οι «εξισώσεις» της ελληνικής/ευρωπαϊκής κρίσης.

Δικτατορία του Χρήματος υπό γερμανική διεύθυνση

Το πρώτο σενάριο είναι αυτό που επιδιώκεται να επιβληθεί από τις κυρίαρχες σήμερα δυνάμεις στην Ευρώπη, με τα μέτρα που παίρνονται από το 2010, για την αντιμετώπιση της κρίσης χρέους από μια συμμαχία του παγκόσμιου χρηματιστικού κεφαλαίου και των ανώτερων τάξεων της «Ευρωγερμανίας». Το σενάριο αυτό προβλέπει τη σταδιακή πλήρη επιβολή αυτής της συμμαχίας σε όλη την ήπειρο, τουλάχιστο στην ευρωζώνη και την μετατροπή των φτωχότερων περιοχών όπως η Ελλάδα σε είδος ευρωπαϊκού Τρίτου Κόσμου, ενώ η Κύπρος θα απειληθεί με επίσημη διάλυση του κράτους της, κατά το πρότυπο του σχεδίου Ανάν. 

Τα ευρωπαϊκά κράτη παύουν σταδιακά να είναι ανεξάρτητα και κυρίαρχα, στο βαθμό και με την έννοια που ήταν έως τώρα, μετατρεπόμενα, λιγότερο ή περισσότερο, σε αποικίες χρέους. Σταδιακά καταργείται η δημοκρατία, με τα εθνικά κοινοβούλια και τις κυβερνήσεις να μπορούν να αποφασίσουν μόνο για θέματα όπως το χρώμα των ταξί (ήδη στην Ελλάδα προσεγγίσαμε στο σημείο αυτό). Η οικονομική πολιτική ασκείται από τα όργανα της ΕΕ με τις «Αγορές» δρώσες ως γενικοί προσδιοριστικοί παράγοντες. Μιλάμε για μετατροπή της Ευρώπης σε «δικτατορία του Χρήματος», για «Ευρώπη του χρήματος» μάλλον παρά για «γερμανική Ευρώπη». 

Η Γερμανία παίζει αξιοσημείωτο ρόλο στο σχήμα αυτό, ως «διαχειριστής» του, από κοινού με τη γραφειοκρατία των Βρυξελλών και αποσπά μια υπεραξία από αυτή τη διαχείριση, δεν είναι όμως ο «ιδιοκτήτης» του. Τέτοιος «ιδιοκτήτης» παραμένει το διεθνές χρηματιστικό κεφάλαιο, συχνότερα ελεγχόμενο από κέντρα εκτός Ευρώπης (Σίτυ, Νέα Υόρκη κ.α.). Ο τρόπος επιβολής του «νόμου» επί των εθνών δεν είναι οι στρατιωτικές-αστυνομικές επιχειρήσεις, όπως στο Γ’ Ράιχ, είναι η άσκηση της εξουσίας επί του χρήματος, ο σταδιακός, όλο και μεγαλύτερος μονοπωλιακός έλεγχος του Χρήματος, η οικονομική, όχι η αστυνομική και στρατιωτική βία.  

Οι κανόνες της αυτοκρατορίας επιβάλλονται ως χρηματικοί κανόνες (π.χ. επιβολή οικονομικής πολιτικής μέσω δημοσιονομικών περιορισμών, κοινωνικής μέσω οικονομικής πολιτικής κ.ο.κ.) Η διάκριση γερμανικού και χρηματικού Ράιχ είναι τελείως κρίσιμη και για την αποκρυστάλλωση μιας εθνικής στρατηγικής και γιατί επιτρέπει να αποφεύγουμε χονδροειδείς παγίδες και προβοκάτσιες, όπως να θεωρήσουμε ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες, το ΔΝΤ, η Βρετανία, το Ισραήλ είναι π.χ. σύμμαχοι της Ελλάδας. Το ελληνικό πολιτικό προσωπικό μπορεί να πέσει πολύ εύκολα σε αυτές τις παγίδες, για δύο λόγους. 

Πρώτον, έχει τρομερή ενστικτώδη διάθεση να βρει «νταβατζή», «προστάτη», δεν έχει καμιά εμπιστοσύνη στη χώρα και στον εαυτό του (το τελευταίο ορθότατα). Δεύτερο, η κατάσταση της χώρας είναι τόσο απελπιστική, που ο «πνιγμένος» τείνει «να πιάνεται από τα μαλλιά του». Φαινομενικά, το σενάριο αυτό μοιάζει το πιθανότερο, αν στηριχθούμε στην εμπειρία των τελευταίων τεσσάρων ετών, στον τρόπο με τον οποίο, η μία μετά την άλλη, οι χώρες της περιφέρειας, με επικεφαλής την πρωτοπορούσα στο σπορ της υποτέλειας  ελληνική ηγεσία. 

Η Αθήνα έπαιξε πρωταγωνιστικό ρόλο σε αυτό το σπορ, νομιμοποιώντας έτσι αδιανόητα για την Ευρώπη πράγματα, περιλαμβανομένης της εισόδου του ΔΝΤ στην Ευρωζώνη. Αν οι σημαντικότεροι θεσμοί του δυτικού κόσμου, όπως το Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ, φτάνουν να αυτογελοιοποιούνται με τις προσκλήσεις στον Γιώργο Παπανδρέου, προφανώς το κάνουν γιατί η παγκοσμιοποίηση, η παγκόσμια δικτατορία του χρηματιστικού κεφαλαίου και των εθνών που κυριαρχούν επ’ αυτού, του οφείλει πάρα πολλά. 

Παρά όμως τις έως τώρα σημαντικές επιτυχίες του σχεδίου, η ολιγαρχική και (γερμανική) εθνικιστική φύση του το καθιστά εξαιρετικά δυσάρεστο για την πλειοψηφία των ευρωπαϊκών λαών-εθνών που δύσκολα θα δεχθούν να βαδίσουν αυτό τον δρόμο μέχρι τέλους. Ακόμα και η ίδια η Γερμανία δεν αποκλείεται να «τσινίσει», γιατί θέλει να εφαρμόζει τη δικτατορία των αγορών σε όλη την Ευρώπη, αλλά να μπορεί να εξαιρείται η ίδια (βλ. τραπεζική ένωση).

Η προσπάθεια κατασκευής ενός «δεύτερου ιμπεριαλισμού», δίπλα στον αμερικανικό, κινδυνεύει να αποτύχει, και λόγω της αντίδρασης των λαϊκών τάξεων και των υπόλοιπων εθνών της Ευρώπης, και γιατί δρα στο περιβάλλον μιας αγγλοσαξωνικής παγκοσμιοποίησης και ενός καπιταλισμού-καζίνου, ενώ αγνοεί τα κύρια πολιτικά, οικονομικά, κοινωνικά και πολιτιστικά συγκριτικά πλεονεκτήματα της Ευρώπης. Στη σημερινή πολιτική του Βερολίνου, διακρίνει κανείς καθαρά την κληρονομιά ενός σαδιστικού «μεταναζισμού» (που εκδικείται Σέρβους, ‘Ελληνες, Γάλλους και μπορεί να εκδικηθεί αύριο και τους Ρώσους αν του δοθεί η δυνατότητα). 

Διακρίνει κανείς επίσης, στην περίπτωση Μέρκελ, τόσο την άγνοια της σημασίας και κληρονομιάς της Ευρώπης, όσο και την κληρονομιά του ανατολικογερμανικού σταλινισμού και της υφέρπουσας αμερικανολατρείας των πρώην σοβιετικών δορυφόρων. Η επανένωση της Γερμανίας οδήγησε παραδόξως (;) στην αναβίωση, υπό μεταμοντέρνο ένδυμα, της πιο επαρχιακής και καθυστερημένης μορφής γερμανικού εθνικισμού.  Μια τέτοια («πρωτο-ολοκληρωτική») Ευρώπη θα δυσκολευτεί πολύ να γίνει μακροχρόνια ανεξάρτητη απέναντι στις ΗΠΑ και στο Χρήμα, ή να κάνει μια «πολιτική Ραππάλο» απέναντι στη Ρωσία. 

Τα έθνη της, οι παραδοσιακοί φορείς της ισχύος της, κινδυνεύουν να μεταβληθούν σε σκιές του εαυτού τους αλλά και η ίδια η Γερμανία, λόγω της βεβαρυμένης ιστορίας της και της ιστορικο-συναισθηματικής «αναπηρίας» της πολύ δύσκολα θα μπορέσει να παίξει τον παγκόσμιο ρόλο που χρειάζεται και με τον οποίο μεγαλούργησε η Ευρώπη. Ας θυμηθούμε τον ρόλο που έπαιξε ο ντε Γκωλ, οι εξεγερμένοι του Μαίου 1968, η σοσιαλδημοκρατία του Πάλμε, η συμμαχία Σρέντερ-Σιράκ κατά του πολέμου στο Ιράκ, για να αναφέρουμε μερικά σκόρπια ιστορικά παραδείγματα κι ας συγκρίνουμε με τις απίστευτες σημερινές ευρωπαϊκές ηγεσίες-υπαλλήλους του χρήματος, τους ΓΑΠ, Μέρκελ, Ολάντ κλπ. 

Το σχέδιο μιας ευρωπαϊκής «δικτατορίας του Χρήματος» κινδυνεύει επίσης να δημιουργήσει μια οργανικά φιλοαμερικανική «νέα Ευρώπη» εντός της Ευρώπης, κάτι αντίστοιχο προς το σχέδιο που εφήρμοσε η Ουάσιγκτον το 2003, όταν κινητοποίησε Ανατολικευρωπαίους, Βρετανούς και την Ιβηρική κατά της αντίθετη; στον πόλεμο στο Ιράκ Γαλλο-Γερμανίας. Αυτή όμως η νέα Ευρώπη θα είναι πολύ πιο στέρεα από αυτή που επιχειρήθηκε να φτιαχτεί το 2003, γιατί θα στηρίζεται στις οικονομικές ανάγκες της Ευρώπης, όχι απλώς στις πελατειακές σχέσεις φιλοαμερικανικών πολιτικών ελίτ. 

Για όλους αυτούς τους λόγους, το σενάριο αυτό έχει αυξημένες πιθανότητες να οδηγήσει σε «αντιγερμανική εξέγερση» την ευρωπαϊκή περιφέρεια, που ενδέχεται να υπονομεύσει τελικά τη γερμανική ηγεμονία στην ΕΕ, αναζητώντας συμμάχους στις ΗΠΑ, το Ισραήλ, ίσως, αν και λιγότερο πιθανό, και τη Ρωσία. Συνοψίζοντας, αν το σχέδιο πετύχει θα συνιστά κολοσσιαία παγκόσμια πρόοδο του ολοκληρωτισμού. 

Αντί μιας ανεξάρτητης Ευρώπης, είναι πιθανότερο να φτιάξει μια Ευρώπη προσκολλημένη στο άρμα του Χρήματος και των ΗΠΑ, στα πλαίσια μιας παγκόσμιας αυτοκρατορίας «του χρήματος και των αμερικανικών όπλων», της οποίας η Ευρώπη θα είναι μια σημαντική υποδομή. Αν το πρώτο σενάριο δεν πετύχει, τότε θα ενεργοποιήσει ένα από τα δύο σενάρια που παρουσιάζουμε στη συνέχεια.

Ευρωπαϊκή καταστροφή

Η κατάρρευση της ευρωζώνης ή/και της ΕΕ μπορεί να ακολουθήσει την ίδια τροχιά με την κατάρρευση της ΕΣΣΔ. ‘Όπως και η τελευταία, έτσι και η ΕΕ είναι μια μεγάλη, αλλά εξαιρετικά τρωτή δομή, αν μη τι άλλο λόγω του πολυεθνικού χαρακτήρα της. ‘Ηδη, η αποδόμηση κρατών-μελών, όπως η Ελλάδα, οδηγεί σε οριακές καταστάσεις. Μια οποιαδήποτε χώρα μπορεί να προκαλέσει σοβαρή κρίση στο όλο οικοδόμημα αν αμφισβητήσει τις «μνημονιακές» πολιτικές. Η Ελλάδα είναι υποψήφια λόγω της τεράστιας καταστροφής της, αλλά η κρίση θα μπορούσε να προέλθει και από σχετικά ισχυρότερες χώρες όπως η Γαλλία ή η Ιταλία. ‘Ηδη μια μειοψηφική προς το παρόν, αλλά σημαντική μερίδα του γαλλικού κεφαλαίου προσανατολίζεται στην αποχώρηση από το ευρώ.

Η ισορροπία επί τη βάσει της οποίας λειτουργούσε επί δεκαετίες η ΕΕ, έχει σχεδόν καταστραφεί, ή, πάντως, απαιτεί κινητοποίηση πολύ μεγαλύτερων μέσων για να διατηρηθεί. Η εξέγερση μιας οποιασδήποτε χώρας μπορεί να αντιμετωπισθεί με τη συνήθη γερμανική έλλειψη ευελιξίας, με αποτέλεσμα η όλη δομή να μπει σε χαοτική περιδίνηση. ‘Ετσι όπως χειρίστηκε τα πράγματα, το Βερολίνο έχει προσφέρει εξάλλου και στο παγκόσμιο Χρήμα και στις ΗΠΑ, προφανείς μοχλούς αποσταθεροποίησης της ευρωζώνης και της ΕΕ, αν το επιθυμήσουν.

Μια χαοτική κατάρρευση θα προκαλέσει (δικαιολογήσει) δεύτερο, ισχυρότερο και βαθύτερο κύμα της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης που ξεκίνησε το 2008. Θα πιέσει επίσης έντονα το «πλανητικό καθεστώς» της «παγκοσμιοποίησης», κατά τρόπο πολύ συγκρίσιμο με όσα συνέβησαν πριν από τον πρώτο και τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο. Σε ένα τέτοιο περιβάλλον τα ευρωπαϊκά κράτη θα αρχίσουν οικονομικούς και χρηματιστικούς πολέμους μεταξύ τους, υποτιμώντας υπό καταστροφικές διεθνείς συνθήκες τα νέα νομίσματά τους, ώστε να προσελκύσουν τμήμα της μειούμενης ζήτησης.

Θα εμφανισθούν ενδεχομένως αυταρχικά καθεστώτα σε ορισμένα ευρωπαϊκά κράτη, θα ενισχυθεί η άκρα δεξιά, θα μειωθεί σημαντικά η διεθνής απήχηση των δημοκρατικών, αριστερών και κοινωνικών ιδεών, των οποίων, τρόπον τινά, η Ευρώπη είναι η «πατρίδα». Κάθε ευρωπαϊκό έθνος θα ενδιαφέρεται πια για τα δικά του στενά προβλήματα και εύκολα θα γίνεται υποχείριο εξωευρωπαϊκών δυνάμεων και του χρήματος. Μια τέτοια, χαοτική κατάσταση, θα μειώσει αποφασιστικά τη διεθνή επιρροή της Ευρώπης, των ευρωπαϊκών λαών και της ευρωπαϊκής δημοκρατίας και θα δημιουργήσει ευνοϊκές συνθήκες για μεγάλους πολεμικούς τυχοδιωκτισμούς, όπως στη Μέση Ανατολή. 

Το σενάριο αυτό, μοιάζει το πιο απίθανο από τα τρία, λόγω των καταστρεπτικών συνεπειών του, αλλά δεν είναι στην πραγματικότητα. ‘Όπως απέδειξε το παράδειγμα της ταχείας και τόσο απρόσμενης σοβιετικής κατάρρευσης, μια φαινομενικά μεγάλη  και πανίσχυρη δομή, μπορεί εύκολα να διαλυθεί εις τα εξ ων συνετέθη, αν τεθεί ενώπιον προβλημάτων που αδυνατεί να λύσει. Στην πραγματικότητα πρόκειται για μέθοδο ανάλογη με αυτή που χρησιμοποιείται από τη θεωρία καταστροφών, για την ανατίναξη, μέσω ταλαντώσεων στην ιδιοσυχνότητά τους, των βασικών αρμών μιας οικοδομής (ομοιάζει επίσης με τη μέθοδο της «αλλαγής προσήμου» στην κυβερνητική).  

Υπάρχουν λόγοι για τους οποίους μπορεί να συγκλίνουν σε τέτοιο σενάριο η συστημική ακροδεξιά της Γερμανίας, που θέλει να πετάξει εκτός ΕΕ τη «σαβούρα» (με τον ίδιο τρόπο που ο ρωσικός εθνικισμός υπό τόσο τη γελτσινική όσο και την αντίπαλη μορφή συνέκλιναν το 1990 στη διάλυση της ΕΣΣΔ), και κύκλοι του βαθέος χρήματος και της βαθιάς Αμερικής, που δεν επιθυμούν ύπαρξη ενωμένης Ευρώπης υπό γερμανική ηγεσία, δεν θέλουν ανταγωνιστικό νόμισμα προς το δολάριο, θέλουν χαοτικές συνθήκες για να κατεδαφίσουν συθέμελα το δυτικό κοινωνικό κράτος και δεν χρειάζονται την ΕΕ όπως την εποχή που υπήρχε ο «σοβιετικός κομμουνισμός». 

Το βασικότερο αντικίνητρο είναι ο κίνδυνος μιας μεγάλης κρίσης της όλης δυτικής  ηγεμονίας, ως αποτέλεσμα ενός ευρωπαϊκού χάους. Πολλά θα εξαρτηθούν και από το βάθος της μεγάλης παγκόσμιας κρίσης που πιθανότατα έρχεται.

Μια ευρωπαϊκή «επανάσταση» κατά 
του χρηματοπιστωτικού ολοκληρωτισμού:

Το τρίτο σενάριο προϋποθέτει την ανάδυση «νοήμονος» αντιπαγκοσμιοποιητικού υποκειμένου υψηλού επιπέδου, που θα συνδυάσει τις καλύτερες πνευματικές και πολιτικές (σοσιαλιστικές και γκωλικές) παραδόσεις της ηπείρου, επιχειρώντας να την ενώσει εναντίον των «αγορών» και της Αυτοκρατορίας, εισάγοντας νέο μοντέλο για την ΕΕ, χτυπώντας τις αγορές με απαγόρευση παραγώγων, διαχωρισμό παραγωγικών/αποταμιευτικών τραπεζών και άλλα μέτρα ελέγχου του χρηματοπιστωτικού τομέα, επιστροφή στη σταδιακή επαναφορολόγηση του κεφαλαίου, επανάκτηση του νομισματικού-χρηματικού εργαλείου, επιστροφή σε λελογισμένο προστατευτισμό (οικονομικό «πολυπολισμό»), νέο μοντέλο που θα συνδυάσει ίσως κάποια μορφή κεϋνσιανισμού, οικολογία και νέο υπόδειγμα πολιτισμού και κατανάλωσης, «πολυπολικό» στη γεωπολιτική του διάσταση. 

Τέτοιο σενάριο απαιτεί, για να πραγματοποιηθεί, μια σειρά εξεγέρσεων στην Ευρώπη, αναγκαίων για να θα φωτίσουν το δρόμο για τη σωτηρία του πολιτισμού μας. Το σενάριο αυτό μοιάζει πολύ δύσκολο με τα παρόντα δεδομένα, αλλά δεν μπορούμε να αποκλείσουμε την αλλαγή των δεδομένων, λόγω του βάθους της κρίσης, βάθους ίσως μεγαλύτερου και αυτής που γνώρισε, η Ευρώπη και ο κόσμος, μεταξύ 1914 και 1945, αφού τώρα δεν παίζεται μόνο το πολιτικό και κοινωνικό καθεστώς, αλλά η ίδια η επιβίωση της ανθρωπότητας. Η Ευρώπη διαθέτει διανοητικές δυνάμεις για να πραγματοποιήσει μια τέτοια υπέρβαση, όπως απέδειξε π.χ. η εκπληκτική πνευματική ατμόσφαιρα που προηγήθηκε του δημοψηφίσματος του 2005 στη Γαλλία, ελπίζει κανείς μια εικόνα από ένα μέλλον πολύ πιο συνειδητής ανθρωπότητας.

Είναι αλήθεια ότι ο έλεγχος και η προδοσία των ελίτ μοιάζει να έχει αποκεφαλίσει τώρα τις ευρωπαϊκές κοινωνίες, ταυτόχρονα όμως, η παρούσα οικονομική και κοινωνική κρίση δημιουργεί τεράστιο κίνητρο αντίστασης. Εάν παρήγετο το αναγκαίο ηγετικό υποκείμενο, θα μπορούσε εύκολα να κερδίσει την υποστήριξη ευρύτατων κοινωνικών στρωμάτων σε όλη την Ευρώπη. Η μεγάλη πλειοψηφία των Ευρωπαίων πολιτών, περιλαμβανομένων των Γερμανών και των Γάλλων, αντιλαμβάνεται ενστικτωδώς τι πάει να γίνει. Δεν θα επέλεγαν σε καμία περίπτωση Μέρκελ ή Λεπέν, αν είχαν αξιόπιστες αντι-ολοκληρωτικές εναλλακτικές, αν δηλαδή δεν είχαν ελεγχθεί μέσω της εξαγοράς και των μυστικών επιχειρήσεων ελέγχου ο πάσης φύσεως ελίτ από το Χρήμα.

Εν πάσει περιπτώσει, είτε σας φαίνεται πιθανό, είτε απίθανο, το τρίτο αυτό σενάριο είναι η μόνη δυνατότητα για την αποφυγή μιας τρομακτικής ιστορικής οπισθοδρόμησης, δυνητικά ικανής να θέσει σε αμφισβήτηση όλα τα ανθρώπινα επιτεύγματα της νεώτερης εποχής, αν όχι την επιβίωσή μας ως Γένους.

Η Ελλάδα ως fractal της παγκόσμιας κρίσης

Η Ελλάδα υπήρξε ο αρχικός καταλύτης της ευρωπαϊκής κρίσης και παραμένει (πλέον από κοινού με την Κύπρο) από τους πιθανότερους καταλύτες των επόμενων φάσεών της, αφενός λόγω συγκέντρωσης εδώ σειράς κρισιακών παραγόντων, αφετέρου λόγω μετατροπής της σε «μαύρη τρύπα» του ευρωπαϊκού συστήματος.

Το ευρωπαϊκό σύστημα δεν προέβλεψε την ύπαρξη κρατών των οποίων οι ελίτ δεν τις υπερασπίζονται καθόλου, αποδέχονται πράγματα που είναι απολύτως αδιανόητα για άλλα ευρωπαϊκά κράτη, στερούνται οποιασδήποτε κουλτούρας κυρίαρχου και ανεξάρτητου κράτους. Γι’ αυτό η εμφάνιση ενός πολιτικού που δεν υπερασπίζεται, αλλά επιτίθεται στη χώρα του, όπως ο ΓΑΠ, επέτρεψε την κατάλυση μιας διαδικασίας δυνητικής αυτοκαταστροφής όχι μόνο της Ελλάδας, αλλά και της ίδιας της Ευρώπης, ομοιάζουσας με εκείνη που έβαλε σε κίνηση ο Μιχαήλ Γκορμπατσώφ στην ΕΣΣΔ και η οποία προκάλεσε την ταχεία κατάρρευση της σοβιετικής υπερδύναμης. 

Πλέον η Ελλάδα μοιάζει και μικρογραφία, fractal, για να χρησιμοποιήσουμε την τοπολογία του χάους, της ευρωπαϊκής κατάστασης. Προπορευόμενη κατά μία φάση, η ελληνική κρίση μας πληροφορεί για το δυνατό μέλλον της ευρωπαϊκής. Για την Ελλάδα μπορούμε να αντιστοιχίσουμε τρία σενάρια στα τρία ευρωπαϊκά που περιγράψαμε παραπάνω:

Α) Η Ελλάδα (και η Κύπρος) συνεχίζουν να πραγματοποιούν συλλογική αυτοκτονία ως κράτη δια της συνέχισης των προγραμμάτων που συνομολογήθηκαν τον Μάιο 2010 (Μάρτιο 2013 αντίστοιχα), παρά τα καταστροφικά αποτελέσματά τους. Αυτό το σενάριο μετατρέπει (έχει ήδη μετατρέψει) Ελλάδα και Κύπρο σε αποικίες χρέους. Γεωπολιτικά οι δύο χώρες τίθενται υπό τον όλο και ασφυκτικότερο έλεγχο ΗΠΑ- Ισραήλ, υπό όρους καθαρά προτεκτοράτων. ΗΠΑ και Ισραήλ θα αποφασίσουν τελικά και το αν και πόση επιρροή θα έχει η ‘Αγκυρα σε Ελλάδα και Κύπρο ή και ποιο κομμάτι τους της επιτραπεί ενδεχομένως να πάρει. 

Η Κυπριακή Δημοκρατία θα παύσει και τυπικά, το πιθανότερο, να υπάρχει ως ανεξάρτητο και κυρίαρχο κράτος, με μορφή σχεδίου Ανάν, εκτός αν ΗΠΑ και Ισραήλ αποφασίσουν διαφορετικά. Ο ελληνικός πληθυσμός θα μεταναστεύσει σταδιακά εκτός Κύπρου, όπως ήδη συμβαίνει με πολύ μεγάλη μερίδα του νέου, μορφωμένου και πιο δυναμικού και ικανού πληθυσμού της μητροπολιτικής Ελλάδας. Η Ελλάδα θα αντιμετωπίσει πιθανώς έντονες, διαλυτικές γεωπολιτικές πιέσεις σε Θράκη, Αιγαίο, Κρήτη. 

Η όποια στρατηγική επιρροή της Ευρώπης στα Βαλκάνια και την Αν. Μεσόγειο θα μειωθεί δραματικά, προς όφελος των ΗΠΑ, του Ισραήλ, ενδεχομένως και της Τουρκίας. Μακροχρόνια η μετανάστευση του ελληνικού πληθυσμού θα δημιουργήσει τις συνθήκες για μια Ελλάδα και μια Κύπρο «χωρίς ‘Ελληνες».

Β) Το δεύτερο σενάριο είναι μια κακά προετοιμασμένη σύγκρουση της Ελλάδας ή και της Κύπρου με τις ευρωπαϊκές δομές, ή μια κατάρρευση των ζωτικών λειτουργιών του ενός ή και των δύο κρατών, ή μια εμφύλια ή εξωτερική σύρραξη. Τέτοιες εξελίξεις είτε θα οδηγήσουν σε επιστροφή, υπό δυσμενέστερους όρους στο πρώτο σενάριο, της πειθηνίως καταστρεφόμενης και υποδουλούμενης αποικίας χρέους, είτε στην αποχώρηση/αποβολή κακήν κακώς Ελλάδας και Κύπρου από ευρωζώνη ή και ΕΕ.

Η αποχώρηση αυτή, με τις πολιτικές, νομικές και οικονομικές της παρενέργειες, παρά τους περί του αντιθέτου ευσεβείς πόθους, ενεργοποιεί το πιθανότερο μεγάλη ευρωπαϊκή κρίση που μπορεί να φτάσει μέχρι τη χαοτική διάλυση της ευρωζώνης/ΕΕ. Τα γεωπολιτικά αποτελέσματα του δεύτερου σεναρίου πηγαίνουν στην ίδια κατεύθυνση, αλλά με πολύ μεγαλύτερη ένταση απ ότι του πρώτου. 

Γ) Το τρίτο σενάριο είναι μια «ορθολογική εξέγερση» της Ελλάδας (και της Κύπρου) που βρίσκει συμμάχους μέσα στην Ευρώπη για να σταματήσει το ελληνικό πρόγραμμα καταστροφής, αλλά και έξω από την Ευρώπη να τη βοηθήσουν να επιβιώσει χρηματοπιστωτικά (κυρίως Ρωσία ή άλλες χώρες των BRIICS). Υπό την πίεση τέτοιας ελληνικής εξέγερσης η ΕΕ αναγκάζεται να τροποποιήσει την προσέγγισή της στην κρίση χρέους και να αναζητήσει εναλλακτικούς τρόπους αντιμετώπισης της κρίσης αλλά και της δικής της λειτουργίας. Με δύο λόγια η Ελλάδα καταλύει το τρίτο γενικό σενάριο και επιχειρεί να εντάξει σε αυτό το δικό της γενικό πρόβλημα.

Το πρώτο σενάριο είναι αυτό που εφαρμόζουν στην Ευρώπη οι δύο μεγάλες πολιτικές οικογένειες, απολύτως παραδομένες πλέον στο χρήμα και στη χώρα μας η ΝΔ, το ΠΑΣΟΚ και η ΔΗΜΑΡ.

Το δεύτερο σενάριο ταιριάζει στον ακροδεξιό εθνικισμό, ενδεχομένως μετά από μια πανωλεθρία μιας αριστεράς που έρχεται στην εξουσία χωρίς σοβαρή προετοιμασία και στρατηγική.

Για το τρίτο σενάριο απαιτείται η εμφάνιση του αναγκαίου υποκειμένου, που στην Ελλάδα θα μπορούσαν να είναι ενδεχομένως και υπό προϋποθέσεις ο ΣΥΡΙΖΑ, οι ΑΝΕΛ και, μαζί τους, ένα πολύ ευρύτερο, «ΕΑΜικού τύπου» (τηρουμένων των αναλογιών και αντίστοιχο προς τα σημερινά προβλήματα) μέτωπο εθνικής και κοινωνικής σωτηρίας.

Ο Στρατός και η Εκκλησία είναι πιθανό να κληθούν σε μια ορισμένη φάση να αναπληρώσουν το κύρος που έχουν χάσει τα πολιτικά κόμματα, ιδίως αν τα πράγματα ακολουθήσουν τη δεύτερη χαοτική καμπύλη.  Διαβάστε την Επικαιρότητα  εδώ




ΤΗΝ ΑΛΗΘΕΙΑ ΔΕΝ ΗΘΕΛΕΣ; ΤΗΝ ΕΧΕΙΣ!


Το τελευταίο διάστημα γινόμαστε μάρτυρες μιας κρίσης ειλικρίνειας Ελλήνων κι Ευρωπαίων αξιωματούχων όσον αφορά το ζήτημα της Ελλάδας, της τρόικας, των μνημονίων και της συνολικής ευρωπαϊκής πολιτικής. Η αρχή έγινε από το ευρωκοινοβούλιο, το οποίο τρία χρόνια μετά την επιβολή ακραίας λιτότητας στη μισή Ευρώπη και τη δημιουργία ενός υπερθεσμικού μορφώματος με την κωδική ονομασία τρόικα, αποφάσισε ότι τα πράματα δεν είναι ακριβώς όπως τα ξέραμε, γι' αυτό και κάποιος πρέπει να λογοδοτήσει για την καταστροφή.

Είχε προηγηθεί η παραδοχή από το ΔΝΤ ότι κάτι πήγε λάθος στους υπολογισμούς της πορείας της ελληνικής οικονομίας με τα μνημονιακά μέτρα, όμως η επίσημη απάντηση του Ταμείου ήταν ότι "αποδείχθηκαν υπερβολικά αισιόδοξοι". Αμέσως μετά ήρθε η δήλωση της Μέρκελ ότι αν η Ελλάδα το 2010 έβγαινε από το ευρώ, τότε το νόμισμα θα καταστρεφόταν μιας και την ίδια πορεία θα ακολουθούσαν πολλοί ακόμη. Το καλύτερο όμως το είπε ο "καλό κουράγιο" Όλι Ρεν. Αυτός παραδέχτηκε ανοιχτά ότι η Ελλάδα θυσιάστηκε για να σωθούν οι ευρωπαϊκές τράπεζες και το ευρώ, ενώ δήλωσε ότι η απόφαση για τη μείωση μισθών στον ιδιωτικό τομέα, είχε κεντρική θέση στις πολιτικές των μνημονίων.

Τι ξέραμε εμείς εώς τώρα και -κυρίως- τι μάθανε οι πολλοί σε μια πορεία δύο σχεδόν ετών με κατάληξη τις εκλογές του 2012; Ότι η Ελλάδα έζησε πάνω από τις δυνάμεις της, οι Έλληνες πνίγηκαν στα δάνεια για να ζήσουν μια ζωή που δεν την άξιζαν, η χώρα δεν έχει κανένα διαπραγματευτικό χαρτί σε μια συνομιλία "με το πιστόλι στον κρόταφο", οι τράπεζες της Ευρώπης ανέλαβαν να σώσουν την ελληνική οικονομία με προσωπικό τους κόστος, οι μετανάστες μας κλέβουν τις δουλειές, κι όποιος λέει πως υπήρχε άλλη λύση είναι ψεκασμένος, τρομοκράτης κι εχθρός της ελεύθερης οικονομίας.

Δυστυχώς τα πράγματα άλλαξαν στην πορεία, και η ελεύθερη αυτή οικονομία απέδειξε ότι μπορεί να ενεργεί σταλινικότερα του Στάλιν. Εξαφάνιση μισθών με κεντρική απόφαση. Μείωση δαπανών με κεντρική απόφαση. Άκρατος παρεμβατισμός σε όλους τους τομείς με κεντρική απόφαση. Μοίρασμα των υπερχρεωμένων δανεικών με κεντρική απόφαση. Το καλύτερο όλων σε αυτήν την κρίση ειλικρίνειας το είπε ο Σαμαράς την ημέρα που ανέλαβε την ευρωπαϊκή προεδρία: Η Ελλάδα έχασε σε βιοτικό επίπεδο όσο καμία άλλη χώρα από τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο. Και το έκανε σε συνεργασία με την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Τι άλλο θες; (Τα εκατομμύρια ευρώ κάθε λογής σκανδάλων που ξεπετάγονται σαν τα μανιτάρια, δεν έπεσαν από τον ουρανό, ούτε τυπώθηκαν στο νομισματοκοπείο της Μεσογείων. Ήρθαν στη χώρα ως δανεικά από την ευρωπαϊκή κεντρική τράπεζα ή ως συγχρηματοδοτούμενα κονδύλια από την ΕΕ. Με τη μόνη διαφορά ότι τέτοιου είδους κονδύλια προορίζονται για την παραγωγή και την ανάπτυξη, κι όχι για προσωπικό πλουτισμό και μίζες. Αυτή η σπατάλη δημιούργησε το χρέος. Κι αυτό το χρέος έφερε την τρόικα, τα μνημόνια και την καταστροφή. Κι όλα αυτά σε συνεργασία με την Ευρωπαϊκή Ένωση. Δεν τα λέω εγώ, ο Σαμαράς τα λέει)


ΠΟΤΕ ΘΑ ΓΙΝΟΥΜΕ ΕΛΛΗΝΕΣ;


Όσο πιο ερωτευμένος είσαι με αυτή τη χώρα – τόσο πιο εύκολα γίνεσαι ανθέλληνας. Έλληνας για μένα είναι αυτός που ζει σε αυτό τον τόπο και κατέχει την ελληνική γλώσσα. Ο χώρος και η γλώσσα είναι τα συστατικά του έθνους – όχι το αίμα και τα γονίδια. Ο μύθος της «συνέχειας» και των προγόνων είναι διάτρητος και ύποπτος.. Άλλωστε η αξία δεν κληρονομιέται. Δεν είναι καλύτερος ένας άνθρωπος, επειδή είχε σπουδαίο παππού. Εκτός αν αρχίσουμε τώρα να πιστεύουμε στους γαλαζοαίματους.

Αλλά δεν αρκεί κάποιος να ζει εδώ και να μιλάει Ελληνικά για να είναι πραγματικός Έλληνας. Πρέπει να σέβεται τον τόπο και την γλώσσα. Πρέπει δηλαδή να του αξίζει να ζει σε ένα τέτοιο τόπο και να χρησιμοποιεί μία τέτοια γλώσσα. Χωρίς εθνικιστικές υπερβολές, αυτή η χώρα είναι πανέμορφη. Κι αν στα τοπία προσθέσει κανείς και τα μνημεία (κι αυτά πια μέρος του τοπίου αποτελούν) είναι πραγματικά ξεχωριστή.

Κι επίσης χωρίς υπερβολές η ελληνική γλώσσα, με ένα βάθος χρόνου τριών χιλιάδων ετών, είναι σπάνια σε πλούτο, δύναμη και ήθος. Και δεν είναι τυχαίο που σε αυτή τη γλώσσα έγραψαν μερικοί από τους μεγαλύτερους ποιητές του εικοστού αιώνα. Εδώ έρχεται το ερώτημα: άραγε μας αξίζει να ζούμε σε ένα τέτοιο τόπο και να μιλάμε μία τέτοια γλώσσα; Το σκεπτόμουνα τις τελευταίες ηλιόλουστες Αλκυονίδες ημέρες, όπου διέσχισα τη χώρα, οδηγώντας. Σκουπίδια όπου και να κοιτάξεις, χωματερές, σπίτια - κύβοι από μπετόν με όρθιες τρίχες στην ταράτσα, βάρβαρες επιγραφές κι ακόμα πιο βάρβαρα γκράφιτι. Κάτω από κάθε πέτρα, μία απάτη. Χυδαία κείμενα κρέμονται στα περίπτερα.

Αγανάκτηση φούντωνε μέσα μου σε κάθε στροφή του δρόμου. Όχι, δεν μας αξίζει μία τέτοια χώρα. Φέρτε άλλους, φέρτε Ελβετούς, Σουηδούς, Ιάπωνες, να την διαχειριστούν και να αναδείξουν τις ομορφιές της. Βρωμάει αυτή η υπέροχη πατρίδα, από σκουπίδια και διαφθορά, φθόνο και μικροψυχία. Και η μιλιά μας γίνεται όργανο διαστρέβλωσης και διαστροφής. Άραγε θα γίνουμε ποτέ άξιοι της χώρας και της γλώσσας μας;

ΜΑΖΙ ΤΑ ΦΤΑΙΞΑΜΕ...


Τελικά, ο καλύτερος τρόπος για να μην είναι ποτέ κανείς υπεύθυνος να απολογηθεί για τίποτα είναι να έχει μοιράσει προκαταβολικά την ευθύνη σε πολλούς. Είναι το μοναδικό συμπέρασμα, που μπορεί να βγάλει κανείς με βεβαιότητα μετά τις ακροάσεις των μεγάλων «πρωταγωνιστών» της διαχείρισης της κρίσης, που πραγματοποιήθηκαν αυτή την εβδομάδα στο ευρωπαϊκό κοινοβούλιο. Φυσικά και δεν υπήρχε κανένας λόγος να ταξιδέψει κανείς μέχρι το Στρασβούργο για να ακούσει τον άλλοτε Ευρωπαίο Κεντρικό Τραπεζίτη Ζαν Κλοντ Τρισέ να εξηγεί ότι η κρίση της ευρωζώνης ήταν «απρόβλεπτη και ασυνήθιστη» και να μιλά για τις ευθύνες των κυβερνήσεων.

Ή τον Επίτροπο Ολι Ρεν να επικαλείται την πίεση του χρόνου και τις αντιστάσεις πολλών κρατών και των ατίθασων πολιτών τους για να δικαιολογήσει τις λαθεμένες επιλογές και προβλέψεις της Τρόικας. Όλα αυτά τα είχαμε ακούσει εδώ και καιρό. Και ήταν λιγότερο εντυπωσιακά από την ομολογία εκπροσώπων του ΔΝΤ, ότι έκαναν και αυτοί λάθη, αν και αυτοί αρνήθηκαν να έρθουν να «απολογηθούν» στην αρμόδια επιτροπή του ευρωκοινοβουλίου. 

Το οριστικό πόρισμα βεβαίως ακόμα εκκρεμεί, αφού δεν έχουν ολοκληρωθεί και οι «αυτοψίες» των αρμόδιων ευρωβουλευτών σε Ελλάδα και Ιρλανδία. Αυτό που μπορεί να πει κανείς με σιγουριά όμως μετά από τα όσα ακούστηκαν αυτές τις μέρες στο Στρασβούργο και με βάση και τα όσα έχουν ως τώρα διαρρεύσει σε σχέση με αυτό το παιχνίδι των ερωταπαντήσεων, είναι ότι κάποια στιγμή θα έχουμε μια έκθεση-πόρισμα, που θα λέει λίγο πολύ ότι φταίμε όλοι από λίγο αλλά κανείς δεν έχει την κύρια ευθύνη. Κυβερνήσεις, Κομισιόν, ΔΝΤ, ΕΚΤ, λίγο οι οικονομολόγοι, λίγοι οι οίκοι αξιολόγησης, αλλά και η κακή μας τύχη.

Ε, φταίτε κι εσείς οι πολίτες, που δεν μας εμπιστευτήκατε νωρίτερα και έπρεπε να κάνουμε αγώνα για να σας πείσουμε. Με άλλα λόγια η επιτροπή της Ευρωβουλής θα λειτουργήσει σα βάλσαμο για τις συνειδήσεις όλων και θα κλείσει ενόψει και των ευρωεκλογών μια από τις πιο δύσκολες αποστολές ενός θεσμικού οργάνου, που εκλέγεται άμεσα από τους πολίτες και οφείλει να λειτουργεί προς το δικό τους συμφέρον.

Το είπαμε και νωρίτερα: Όταν οι ευθύνες μοιράζονται είναι πολύ εύκολο για όλους να παραδεχτούν το δικό τους μερίδιο, όσο αυτό θα παραμένει ασαφές και ακαθόριστο. Γιατί όσο αριθμολάγνα μπορεί να συμπεριφέρονται τράπεζες, επιτροπές, κυβερνήσεις και ειδήμονες όταν θέλουν να μας πείσουν ότι βελτιώνονται οι δείκτες της οικονομίας, τόσο πιο πολύ απεχθάνονται να μιλήσουν με αριθμούς όταν είναι να αποδώσουν ευθύνες. Ίσως τελικά η μανία κάποιων να βάλουν από την αρχή και το ΔΝΤ στο κόλπο να είχε ακριβώς να κάνει με τη φοβία τους ότι όλα μπορεί να στραβώσουν. 

Καλό είναι λοιπόν να μπορούν να μοιραστούν το βάρος της αποτυχίας. Σα μια ομάδα μεγαλογιατρών, που αφού επί μήνες και μετά από αλλεπάλληλες διαβουλεύσεις και αποτυχημένες θεραπείες βλέπουν τον ασθενή να συνεχίζει να πηγαινοέρχεται ανάμεσα στη ζωή και στον θάνατο, αυτοί επιμένουν στην ίδια συνταγή και βρίσκουν στη συλλογικότητα του λάθους τη μαγική ομπρέλα, που κρατάει μακριά τους την οποιαδήποτε τύψη. Πώς λέμε «Μαζί τα φταίξαμε».

Σε μια εποχή, που οι κοινωνίες του Νότου ασφυκτιούν και απαιτούν καθαρές κουβέντες από πολιτικούς και θεσμικά όργανα, η πολιτική μόδα λανσάρει την κολεξιόν της αμφισημίας και της διγλωσσίας. Χαρακτηριστικό αυτό που ρώτησε ένας σοσιαλδημοκράτης βουλευτής την περασμένη Τρίτη το βράδυ τους κομματικούς του φίλους σε μια συνεδρίαση της ομάδας τους. «Πώς γίνεται ο επικεφαλής μας εδώ στην Ευρωβουλή, ο Χάνες Σβόμποντα, να κατακεραυνώνει την "Κατασ-Τρόικα" και να ζητά την κατάργησή της και ο "σύντροφος" Γερμανός ΥΠΕΞ, Φ.Β. Στάινμαϊερ, να εκθειάζει τη δράση της και τη δημοκρατική της νομιμοποίηση;». 

Την απάντηση έδωσε - ποιος άλλος - ο μεγάλος σοσιαλ-χημιστής Μάρτιν Σουλτς: «Δεν επικρίνουμε την Τρόικα αλλά τις πολιτικές της». Είναι πειστικό. Όπως το να αθωώνεις τον δράστη και να ρίχνεις το φταίξιμο στο όπλο που επέλεξε για την πράξη του.

DEAL ΜΕ ΤΡΟΙΚΑ: ΚΑΛΛΙΟ ΑΡΓΑ ΠΑΡΑ... ΠΡΟΕΚΛΟΓΙΚΑ


Η κυβέρνηση δεν φαίνεται να βιάζεται να συμφωνήσει με την τρόικα, καθώς γνωρίζει ότι κάτι τέτοιο θα σήμαινε επώδυνο πολιτικό κόστος που θα αντανακλούσε στις επικείμενες εκλογές. Προ λίγων ημερών ο Γιάννης Στουρνάρας έδινε ως ημερομηνίες πιθανής άφιξης τη 14η, τη 15η και τη 16η Ιανουαρίου. Τη Δευτέρα το βράδυ ο ίδιος μιλώντας στην τηλεόραση του ΣΚΑΪ ανέφερε ότι δεν βιαζόμαστε να συμφωνήσουμε και να πάμε τη συμφωνία στο Eurogroup της 27ης Ιανουαρίου. Είναι ολοφάνερο ότι η κυβέρνηση επιδιώκει να κερδίσει με κάθε τρόπο χρόνο και συμπεριφέρεται ανάλογα.

Οι συζητήσεις με την τρόικα είναι «βλαβερές» για την κυβέρνηση και βέβαια ο χρόνος τώρα δεν είναι ουδέτερος, αλλά προεκλογικός και καθοριστικός. Πηγαίνοντας όσο γίνεται πίσω τις διαπραγματεύσεις με την τρόικα το κυβερνητικό επιτελείο διαισθάνεται ότι μπορεί να διαχειριστεί καλύτερα τον προεκλογικό χρόνο, υποσχόμενο (στο ενδιάμεσο) τέλος της ύφεσης και άλλα φιλολαϊκά. Η φιλομνημονιακή στάση της κυβέρνησης δεν απέδωσε και, το κυριότερο, δεν δημιουργεί προοπτικές, κάτι που ξέρει καλά ο Γ. Στουρνάρας. Ο τελευταίος θα ήθελε να αποδράσει προς την Τράπεζα της Ελλάδος, αλλά οι πυκνές και απρόβλεπτες εξελίξεις αφήνουν όλα τα ενδεχόμενα ανοιχτά.

 Πολλές πληγές

Τα ζητήματα που πρέπει να διευθετηθούν στο πλαίσιο της τρέχουσας αξιολόγησης, η οποία θα κρίνει την εκταμίευση της δόσης των 4,9 δισ. ευρώ, είναι πολλά. Ο προσδιορισμός του ύψους των μέτρων που θα οδηγήσουν σε πρωτογενές πλεόνασμα 1,5% του ΑΕΠ το 2014 είναι κρίσιμος για να συνταχθεί το Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο Δημοσιονομικής Στρατηγικής της περιόδου 2014-2017. Η κυβέρνηση προσδιορίζει στο ένα δισ. ευρώ το κενό του 2014, ενώ η τρόικα θεωρεί ότι ανέρχεται σε 1,5-1,9 δισ. ευρώ και ζητά τη λήψη μέτρων αντίστοιχου ύψους. Εάν στο ποσόν αυτό προστεθεί και το ένα δισ. ευρώ του εκτιμώμενου δημοσιονομικού κενού για το 2015, τότε οι παρεμβάσεις που πρέπει να προσδιορισθούν ανέρχονται σε 2,5 δισ. ευρώ.