Σάββατο 6 Δεκεμβρίου 2014

ΔΕΝ ΝΟΙΑΖΕΤΑΙ ΠΟΙΟΣ ΘΑ ΕΙΝΑΙ ΣΤΗΝ ΕΞΟΥΣΙΑ ΤΟ ΒΕΡΟΛΙΝΟ


Οι Γερμανοί εξευτέλισαν τον Ολάντ περισσότερο από τον Σαρκοζί στη Γαλλία, στον Τσίπρα θα κολλήσουν;  Η πεμπτουσία της γερμανικής πολιτικής απέναντι στην Ελλάδα είναι η φράση που είπε ο υπουργός Οικονομικών Γκίκας Χαρδούβελης σε «πηγαδάκι» με βουλευτές της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ στη Βουλή: «Οι δανειστές δεν κάνουν βήμα πίσω, τους είναι αδιάφορο ποιος θα είναι στην εξουσία ή αν θα γίνουν εκλογές τον Μάρτιο»! Ακριβώς αυτή η στάση του Βερολίνου αντανακλάται στις προκλητικές απαιτήσεις της τρόικας από την κυβέρνηση Σαμαρά - Βενιζέλου. Οι αλαζόνες Γερμανοί πιστεύουν ακράδαντα πως όπως έχουν λιώσει κυριολεκτικά τη μνημονιακή κυβέρνηση ΝΔ - ΠΑΣΟΚ, με την ίδια ευκολία θα λιώσουν πολιτικά και θα μετατρέψουν σε όργανό τους και οποιαδήποτε κυβέρνηση με πυρήνα τον ΣΥΡΙΖΑ τους προκύψει μελλοντικά, αν ποτέ προκύψει. 

Εδώ εξευτέλισαν τον Ολάντ περισσότερο από τον Σαρκοζί στη Γαλλία, στον Τσίπρα θα κολλήσουν; Ετσι σκέπτονται. Το αίσθημα ανωτερότητας των Γερμανών δικαιολογεί απολύτως στα μάτια τους την πολιτική που ασκούν. Η Γαλλία, η Ιταλία, η Ισπανία, η Ελλάδα, η Πορτογαλία και όλες ανεξαιρέτως οι χώρες της Ευρωζώνης τους προσκυνούν, παρά την αλλαγή κυβερνήσεων σε όλες αυτές τις χώρες. Γιατί να αλλάξουν πολιτική; Ο αντιγερμανισμός μαίνεται σε όλες σχεδόν τις χώρες της Ευρωζώνης και της ΕΕ τα τελευταία χρόνια. Παραμένει όμως στο επίπεδο φραστικής εκτόνωσης των «φαφλατάδων» -κατά τη γερμανική νοοτροπία- Νοτιοευρωπαίων. Πουθενά δεν σημειώθηκε κάποιας μορφής εξέγερση εναντίον γερμανόδουλης κυβέρνησης σε οποιοδήποτε κράτος της Ευρωζώνης. 

Ακόμη και η ισχυρότατη Βρετανία, χώρα τυφλά προσδεδεμένη στις ΗΠΑ και πιστό όργανο της αμερικανικής πολιτικής, έχει πλέον απομονωθεί πλήρως. Τόσο πολύ που έχει μπει πλέον επί τάπητος η διενέργεια δημοψηφίσματος για να αποχωρήσει η Αγγλία από την ΕΕ! Τα γεγονότα οι Γερμανοί τα αναλύουν άριστα και δεν κοροϊδεύουν τους εαυτούς τους. Δεν εθελοτυφλούν ποτέ. Το τεράστιο μειονέκτημά τους όμως έγκειται στο ότι είναι παντελώς ανίκανοι να προβλέψουν τις συνέπειες της πολιτικής που ασκούν κάθε φορά. Το αίσθημα φυλετικής υπεροχής και το αδιαφιλονίκητο γεγονός ότι η Γερμανία είναι η ισχυρότερη χώρα της Ευρώπης από πλευράς τόσο οικονομίας όσο και πληθυσμού τούς τυφλώνουν. Περιμένουν πρώτα να παραγάγει γεγονότα η πολιτική τους και κατόπιν να τα αναλύσουν. 

Τότε είναι αργά όμως, αν τα γεγονότα είναι αρνητικά. Ετσι έχασαν και τους δύο Παγκόσμιους Πολέμους! Βεβαίως και η ναζιστική Γερμανία ήταν στρατιωτικά υπέρτερη της Σοβιετικής Ενωσης, όταν της επιτέθηκε το 1941. Γι' αυτό και στην αρχή έκανε στρατιωτικό περίπατο. Αυτό που δεν χωρούσε το γερμανικό μυαλό είναι πως οι Σοβιετικοί αντί να παραδοθούν, έβαλαν και 20 εκατομμύρια νεκρούς αντιστεκόμενοι! Αυτοί συνέτριψαν τους Γερμανούς και άλλαξαν εντελώς την πορεία του πολέμου. Η ήττα της Γερμανίας έγινε πλέον διαδικαστικό ζήτημα που ολοκληρώθηκε τάχιστα. Ενώνει εναντίον του το Βερολίνο τους ευρωπαϊκούς λαούς με την πολιτική που ασκεί. Για την ώρα, κανένα δείγμα ανησυχίας δεν υπάρχει. 

Όλοι δείχνουν να έχουν υποκύψει. Ετσι ήταν και στην αρχή του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου. Όλες οι χώρες καταλαμβάνονταν από τους Γερμανούς. Μέχρι που οι ευρωπαϊκοί λαοί ξεσηκώθηκαν. Θα γίνει το ίδιο με τη σημερινή οικονομική Κατοχή; Διαβάστε την Επικαιρότητα ΕΔΩ.....




 

ΦΩΤΙΑ ΣΤΗ ΣΕΡΒΙΑ ΕΒΑΛΕ Η ΜΑΤΑΙΩΣΗ ΤΟΥ ΡΩΣΙΚΟΥ ΑΓΩΓΟΥ

 

Θρηνεί και οδύρεται η σερβική πολιτική ηγεσία στο Βελιγράδι, μόλις άκουσε τα μαντάτα από την Αγκυρα - τη ματαίωση δηλαδή της κατασκευής του αγωγού Σάουθ Στριμ που θα μετέφερε ρωσικό φυσικό αέριο από τη Βουλγαρία στη Σερβία και μέσω αυτής στην Ουγγαρία και στην Αυστρία. «Εφτά χρόνια έχει επενδύσει η Σερβία σε αυτόν τον αγωγό, αλλά τώρα πρέπει αυτή να πληρώσει το αντίτιμο της σύγκρουσης ανάμεσα στους μεγάλους» δήλωσε απελπισμένος ο Σέρβος πρωθυπουργός Αλεξάνταρ Βούτσιτς.

Δεν υπερβάλλει. Από το 2008 έχουν υπογράψει η Μόσχα και το Βελιγράδι την κατασκευή αυτού του κλάδου του Σάουθ Στριμ - ο άλλος κλάδος είναι εκείνος που θα ξεκινούσε πάλι από τη Βουλγαρία και μέσω Ελλάδας θα περνούσε υποθαλάσσια στην Ιταλία και θα κατέληγε κι αυτός στην Αυστρία.  Δεν έχουν περάσει άλλωστε ούτε δύο μήνες από τότε που ο ίδιος ο Πούτιν είχε πάει στο Βελιγράδι και είχε δηλώσει δημοσίως ότι θα ξεπερνούσαν τα 2 δισεκατομμύρια ευρώ οι επενδύσεις από το εξωτερικό για να κατασκευαστεί το τμήμα του αγωγού επί σερβικού εδάφους. Χώρια τα μόνιμα έσοδα από τα τέλη διέλευσης.

Το ότι οι Ρώσοι εννοούσαν σοβαρά τα όσα έλεγαν και ότι δεν επρόκειτο για λόγια του αέρα οι Σέρβοι το είχαν καταλάβει έμπρακτα. Η κρατική ρωσική εταιρεία φυσικού αερίου Γκαζπρόμ είχε ήδη ξοδέψει 400 εκατομμύρια ευρώ για να αγοράσει το πακέτο ελέγχου της σερβικής εταιρείας πετρελαίου και φυσικού αερίου NIS, στο πλαίσιο της υποτιθέμενης λειτουργίας του αγωγού του ρωσικού φυσικού αερίου. Αλλωστε και τώρα η Σερβία αγοράζει το σύνολο του φυσικού αερίου που καταναλώνει.

Τώρα όμως οι προοπτικές στενότερης ενεργειακής συνεργασίας των δύο χωρών τινάχθηκαν στον αέρα. Η Σερβία, υπό τη σημερινή γερμανόφρονη ηγεσία της, έχει γίνει κι αυτή «χώρα της καρπαζιάς», την οποία ταπεινώνει ακόμη και μέσα στο Βελιγράδι ως και ο πρωθυπουργός της... Αλβανίας Εντι Ράμα! Δεν έχει πια καμιά σχέση με τη Σερβία που ήταν η ηγεμονική δύναμη της ενιαίας Γιουγκοσλαβίας μέχρι πριν από είκοσι χρόνια.

Οι ισχυροί δεσμοί που ενώνουν ακόμη τους δύο σλαβικούς λαούς δεν έχουν καταλυθεί μέχρι τώρα, αλλά δεν γνωρίζουμε πόσο θα αντέξουν, αν η σερβική ηγεσία συνεχίσει την πολιτική που έχει χαράξει και ακολουθεί, με τελικό στόχο την ένταξη της Σερβίας στην ΕΕ.  Για την ώρα, η μεν Ρωσία αρνείται κατηγορηματικά να αναγνωρίσει ως ανεξάρτητο κράτος το Κόσοβο, η δε Σερβία απείχε στον ΟΗΕ από ψηφοφορία που καταδίκασε τη Ρωσία για την προσάρτηση της Κριμαίας. 

Τη... σχιζοφρενική πολιτική της σερβικής ηγεσίας αποτύπωσε για μία ακόμη φορά ο υπουργός Εσωτερικών του Βελιγραδίου Νεμπόισα Στεφάνοβιτς, ο οποίος δήλωσε την περασμένη Παρασκευή: «Ο στρατηγικός μας στόχος είναι να μπούμε στην ΕΕ. Εχουμε όμως ιστορικούς δεσμούς με τη Ρωσία και εξαρτιόμαστε από τη ρωσική ενέργεια». Πέραν της ενέργειας, οι Σέρβοι έχουν ανάγκη και τις ρωσικές επενδύσεις οι οποίες κατευθύνονται εκεί που δεν πάνε ποτέ οι ευρωπαϊκές και αμερικανικές επενδύσεις - στις υποδομές. 

Οι κρατικοί Ρωσικοί Σιδηρόδρομοι για παράδειγμα έχουν αναλάβει να ανανεώσουν την καταρρέουσα υποδομή των σερβικών σιδηροδρόμων στο πλαίσιο ενός δαπανηρού σχεδίου ύψους 800 εκατομμυρίων δολαρίων. Οι Σέρβοι είχαν την ελπίδα επίσης ότι στον βαθμό που προχωρούσε η κατασκευή του Σάουθ Στριμ, οι Ρώσοι θα αγόραζαν μερικές από τις κάπου 500 κρατικές επιχειρήσεις που η κυβέρνηση του Βελιγραδίου προτίθεται να ιδιωτικοποιήσει μέσα στο 2015. 

Τι θα κάνουν από εδώ και πέρα είναι άγνωστο, αλλά σίγουρα όσο οι Γερμανοί προκαλούν τους Ρώσους με κυρώσεις και γενικότερα ασκούν επιθετική πολιτική κατά της Μόσχας, αρνούμενοι ταυτόχρονα να εντάξουν νέες χώρες στην ΕΕ, η οποία ταυτόχρονα υφίσταται τις ισχυρότερες φυγόκεντρες δυνάμεις στο εσωτερικό της που είχε ποτέ γνωρίσει στην ιστορία της, τα διλήμματα της σερβικής ηγεσίας θα οξύνονται. Για την ώρα, πάντως, οι Σέρβοι αφενός αισθάνονται ανήμπορη οργή κατά της Γερμανίας και αφετέρου είναι πυρ και μανία εναντίον της νέας βουλγαρικής δεξιάς κυβέρνησης που συγκρότησε ο Μπόικο Μπορίσοφ. 

Οι Σέρβοι γνωρίζουν ότι ο Μπορίσοφ είναι πιόνι των Αμερικανών και ως εκ τούτου αποκλείεται να επιτρέψει να κατασκευαστεί ο αγωγός μεταφοράς του ρωσικού φυσικού αερίου. Από τη στιγμή όμως που η Βουλγαρία αρνείται να χρησιμοποιηθεί ως αφετηρία του Σάουθ Στριμ, ο αγωγός αυτός δεν υπάρχει περίπτωση να κατασκευαστεί. Οχι γιατί ο Μπορίσοφ είναι τόσο ισχυρός, αλλά για τον απλούστατο λόγο ότι πίσω από τον Μπορίσοφ είναι οι Αμερικανοί! 

Αυτοί τορπιλίζουν τον αγωγό του ρωσικού φυσικού αερίου και από τη στιγμή που και οι Γερμανοί συμπορεύονται με τις ΗΠΑ, δεν υπάρχει ούτε μία ελπίδα στο εκατομμύριο να κατασκευαστεί ο ρωσικός αγωγός...

 


Η ΑΘΗΝΑ ΔΕΝ ΑΝΤΕΧΕΙ ΝΕΟ ΓΥΡΟ ΕΠΕΙΣΟΔΙΩΝ

 

Καθώς έως και την Κυριακή αναμένεται να πραγματοποιηθούν διαδηλώσεις και πορείες, ένα φάντασμα πλανάται πάλι πάνω από την Αθήνα: Οι «μέρες του 2008», όταν οι ανεξέλεγκτες διαδηλώσεις οδήγησαν σε πρωτοφανείς καταστροφές, ακόμη και στην απώλεια ανθρώπινων ζωών. Η ΕΛ.ΑΣ. ουσιαστικά είναι σε «κόκκινο» συναγερμό και εφαρμόζει προληπτικά μέτρα ώστε να αποφευχθούν επεισόδια. Με το κλίμα να είναι ιδιαίτερα φορτισμένο χρειάζεται, τώρα, όλες οι πλευρές να επιδείξουν σύνεση.

Ούτε την πολιτική αντιπαράθεση, ούτε τη λειτουργία της οικονομίας ωφελεί η τυφλή σύγκρουση. Η πρωτεύουσα ακόμη δεν έχει καταφέρει να επουλώσει τις πληγές του 2009. Οι καταστροφές σε εμβληματικά κτίρια στο κέντρο της Αθήνας δεν έχουν αποκατασταθεί πλήρως. Τα σημάδια της ανεξέλεγκτης βίας ακόμη παραμένουν. Μπορεί φέτος να ήταν μια πολύ καλή περίοδος για τον τουρισμό και στην Αθήνα, ωστόσο η οικονομική ζημία των προηγουμένων ετών δεν καλύφθηκε.

Ας μην ξεχνάμε ότι οι καταστροφές και ο φόβος «έδιωξαν» τους ξένους τουρίστες και τους Έλληνες καταναλωτές μακριά από το εμπορικό κέντρο της πόλης. Και χρειάστηκαν να περάσουν χρόνια για να αποκατασταθεί κλίμα ασφάλειας και η πρωτεύουσα να γίνει πάλι ελκυστικός προορισμός. Όλες οι πλευρές οφείλουν να επιδείξουν αυτοσυγκράτηση. Το αναφαίρετο δημοκρατικό δικαίωμα στη διαδήλωση πρέπει να διαφυλαχθεί πρωτίστως από τους ίδιους τους διαδηλωτές.

Η δε ΕΛ.ΑΣ. να κινηθεί με ψυχραιμία, για να αποφευχθούν τυχόν σπασμωδικές κινήσεις θερμοκέφαλων που ίσως πυροδοτήσουν τα γεγονότα.Πρέπει όλες οι πλευρές να διαφυλάξουν την καλή εικόνα που έχει σχηματισθεί για την Αθήνα στο εξωτερικό. Οφείλουν όλοι να σεβαστούν και να προστατεύουν τις περιουσίες όσων ζουν και εργάζονται στο κέντρο της πόλης.

 


ΤΟ «ΚΟΙΝΩΝΙΚΟ ΚΕΝΟ»

 

Η διαπραγμάτευση με την τρόικα επικεντρώνεται στη διαφωνία περί «δημοσιονομικού κενού» τον επόμενο χρόνο και στο εάν θα απαιτηθούν πρόσθετα μέτρα για να καλυφθεί η «τρύπα» που προβλέπουν οι δανειστές. Το «κενό» είναι η «κόκκινη γραμμή» της κυβέρνησης, επειδή γνωρίζει ότι νέες περικοπές στα εισοδήματα των πολιτών και άλλη μια αύξηση φόρων θα καταδικάσουν τους κυβερνητικούς εταίρους στις επόμενες εκλογές – οι οποίες ίσως διεξαχθούν τους προσεχείς μήνες. 

Η τύχη της Ν.Δ. και του ΠΑΣΟΚ, πάντως, ίσως να μην κρίνεται από το «δημοσιονομικό κενό» αλλά από το «κοινωνικό κενό» – το γεγονός ότι η κυβέρνηση δεν έχει δώσει στους πολίτες την αίσθηση ότι, ενώ υποχρεώνεται να αναλάβει δύσκολες και δυσάρεστες αποφάσεις, έχει κάνει όσα μπορεί για να απαλύνει την κατάσταση, προσφέροντας βελτιώσεις στην καθημερινότητα.  

Είτε φταίνε οι κυβερνήσεις είτε οι κρατικές υπηρεσίες (που εποπτεύονται από τις κυβερνήσεις), δεν είδαμε μέτρα που θα βελτίωναν τις υπηρεσίες που έχει ανάγκη ο κάθε πολίτης – μέτρα που, είτε κόστιζαν είτε όχι, θα αφορούσαν την καλύτερη εξυπηρέτηση και την ποιότητα ζωής των πολιτών.  

Από την αρχή της κρίσης και της λιτότητας φάνηκε αυτή η ανάγκη. Στις μεταφορές για παράδειγμα: αφού οι πολίτες δεν θα μπορούσαν να χρησιμοποιούν τα αυτοκίνητά τους και ταξί με την ίδια ευκολία όσο πριν, ήταν πασιφανές ότι έπρεπε να βελτιωθούν οι δημόσιες συγκοινωνίες· οι ουρές στις στάσεις λεωφορείων, όμως, αποδεικνύουν ότι εάν έγινε κάποια προσπάθεια εξυπηρέτησης του αυξημένου αριθμού επιβατών, αυτή δεν ήταν αρκετή. Στη Δικαιοσύνη, στην εκπαίδευση και σε τόσους άλλους τομείς, βλέπουμε τα πράγματα να παραμένουν δύσκολα. 

Ο κόσμος ταλαιπωρείται. Και αυτό δεν αφορά μόνο τα μειωμένα εισοδήματα και τις αυξήσεις σε φόρους. Ευθύνεται και το ότι οι διαδικασίες γίνονται όλο και πιο πολύπλοκες· το προσωπικό των υπηρεσιών μειώνεται ενώ η εργασία του πολλαπλασιάζεται· εκδίδονται αποφάσεις και εγκύκλιοι που, αντί να απλοποιούν τις διαδικασίες, τις περιπλέκουν ή η μία αναιρεί την άλλη.  Είναι διάχυτη η αίσθηση ότι έχουμε χάσει πολλά – ότι «παίρνουν» χωρίς να «δίνουν». 

Οι περικοπές στις δαπάνες έπρεπε να συνοδεύονται από τη βελτίωση της οργάνωσης και του επίπεδου των υπηρεσιών. Θα ήταν μεγάλη η ανακούφιση των πολιτών εάν οι διαδικασίες στις συναλλαγές με τις δημόσιες υπηρεσίες ήταν απλές, εάν οι υπάλληλοι προσέφεραν βοήθεια και εξυπηρέτηση. Ετσι θα μπορούσαμε να αισθανθούμε ότι ο μεγάλος αγώνας της χώρας αποδίδει, ότι εκσυγχρονιζόμαστε κάπως, ότι πέρα από το επιδιωκόμενο νοικοκύρεμα της οικονομίας αναπτύσσεται και μια νέα σχέση πολίτη και κράτους. 

Η δημόσια συζήτηση επικεντρώνεται στο τι απαιτεί η τρόικα και πώς απαντάμε. Όλοι μιλούν για τις θυσίες του λαού – «να μην πάνε χαμένες», λέει η κυβέρνηση, «χωρίς λόγο έγιναν», υπονοεί η αντιπολίτευση, απορρίπτοντας όλα τα μέτρα των τελευταίων ετών. Σε αυτή τη φασαρία ξεχνιούνται αυτά που έπρεπε να γίνουν πριν έρθει η τρόικα. Ούτε σήμερα συζητάει κανείς για αυτά που μας έκαναν δυστυχισμένους πριν από την κρίση. Αυτά, όμως, καθορίζουν την ποιότητα της ζωής μας, όποιο κόμμα και αν βρίσκεται στην εξουσία.