Τετάρτη 7 Μαΐου 2014

ΠΕΡΙΕΡΓΟΣ ΚΑΙ ΘΟΛΟΣ Ο ΡΟΛΟΣ ΤΟΥ ΣΥΡΙΖΑ ΣΤΑ ΕΘΝΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ ΚΑΙ ΕΙΔΙΚΑ ΣΤΟ ΖΗΤΗΜΑ ΤΗΣ ΘΡΑΚΗΣ


Μόνο κατάπληξη, βαθύτατη θλίψη προκάλεσε, σε όσους διατηρούν στοιχειώδη επαφή με την πραγματικότητα και τις ανάγκες του ελληνικού λαού, η υπόθεση του ευρωψηφοδελτίου του ΣΥΡΙΖΑ. Σαμαράς και τρόικα, Μιχαλολιάκος και Καμμένος, ο «Θεός της Αποχής», αν υπάρχει, όχι ανθοδέσμες, φορτηγά ολόκληρα με λουλούδια θάπρεπε να στείλουν στην Κουμουνδούρου για τους χειρισμούς της.

Ταυτόχρονα όμως, η υπόθεση αυτή πρέπει να θεωρηθεί και μεγάλη ευκαιρία – η τελευταία ίσως πριν από ενδεχόμενη ανάληψη κυβερνητικών ευθυνών - για να διορθώσει ουσιαστικά η αριστερά την πορεία της και να αντιμετωπίσει τώρα δραματικά προβλήματα που κινδυνεύει να βρει αύριο μπροστά της. Η υπόθεση Σαμπιχά είναι η κορυφή του παγόβουνου. Αντί να αρνείται κάποιος την ύπαρξη του παγόβουνου, είναι πιο χρήσιμο να αλλάξει αμέσως πορεία.    

Η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ, τρομερά ευαίσθητη στο ζήτημα της «εικόνας» και της (κακόηχης) «κυβερνησιμότητάς» της, έπληξε μόνη της αμφότερες, με τρόπο που κανείς αντίπαλος δεν θα κατάφερνε. Αφήνοντας εαυτήν έκθετη στο διατυπωθέν από σχολιαστές, καλοπίστως ή κακοπίστως, ερώτημα πως θα διαπραγματευθεί αύριο με τη Μέρκελ ή θα χειρισθεί μια κρίση με την Τουρκία.

Δεν βοηθάνε την αριστερά ψέμματα και εξωραϊσμοί. ‘Ανοιξαν σοβαρότατα ζητήματα περί τη θέση του ΣΥΡΙΖΑ στα εθνικά, την ικανότητα διαχείρισης κρίσεων, τη δημοκρατικότητα της εσωτερικής και κοινωνικής λειτουργίας του, την αξιοπιστία του πολιτικού του διαβήματος. Διευκολύνθηκε αποφασιστικά δεξιά-ακροδεξιά να παρουσιάσουν την αριστερά ως «αντεθνική».

Μερικές φορές, με όσα συμβαίνουν, διερωτάται κανείς  αν και πόσοι στον ΣΥΡΙΖΑ αντελήφθησαν σε βάθος τους λόγους που το κόμμα εκτοξεύτηκε το 2012, παρολίγον να κερδίσει και δεν κέρδισε τις εκλογές.  Μεταξύ φθινοπώρου 2011 και Μαίου  2012 ο Τσίπρας έθεσε τον ΣΥΡΙΖΑ σε θέση υποψηφίου εθνικού ηγεμονικού υποκειμένου, φιλοδοξούντος να διακόψει τη μνημονιακή πορεία καταστροφής της ελληνικής κοινωνίας, του ελληνικού λαού, του ελληνικού κράτους και έθνους (προς τιμήν του, χρησιμοποιώντας και αρκετές ιδέες που παρήχθησαν εκτός ΣΥΡΙΖΑ).  

Ο ΣΥΡΙΖΑ μπορούσε να κερδίσει τις εκλογές, αν είχε σοβαρή οικονομολογική προετοιμασία, αν δεν φοβόταν, αν αναγνώριζε την ύπαρξη και σημασία του μεταναστευτικού προβλήματος και, αν, ηγετικό του στέλεχος, δεν είχε πει τελείως επιπόλαια στην τηλεόραση, ότι θα ρισκάρει πόλεμο με την Τουρκία για να μειώσει τις πολεμικές δαπάνες! ‘Έφτανε μάλιστα για νίκη ένας ή δύο από αυτούς τους παράγοντες. 

Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν σημείωσε έκτοτε δημοσκοπική πρόοδο, γιατί μετεκλογικά εξελήφθη, καλώς ή κακώς, ως «κόμμα για τον εαυτό του», «τα στελέχη του», που, αντί να υποτάσσει τις επιλογές του στην ανάγκη σωτηρίας λαού και πατρίδας, ενδιαφέρεται κυρίως για άνοδό του στην εξουσία, εμφορούμενος από «μεταμοντέρνα» ιδεολογία . Ο «κυβερνητισμός» ήταν προσόν προ του Μαίου 2012, διαφοροποιώντας τον από κόμματα διαμαρτυρίας, άχρηστα εν μέσω εθνικής καταστροφής.

‘Εγινε ελάττωμα μετά τον Ιούνιο, κατατάσσοντάς τον, στα κόμματα που λένε διάφορα όχι γιατί τα πιστεύουν, αλλά για να κερδίσουν τις εκλογές. Υπονόμευσε έτσι, σε συνδυασμό με την ανεπάρκεια της προγραμματικής-πολιτικής προετοιμασίας, την υποψηφιότητά του ως εθνικού ηγετικού υποκειμένου, δυσκολευόμενος να διευρύνει ουσιαστικά την επιρροή του, να στερεώσει και βαθύνει τους δεσμούς του με τον λαό.

Σαμπιχά: κορυφή του παγόβουνου: Δεν γνωρίζουμε τη Σαμπιχά Σουλεϊμάν, ούτε αν έπρεπε να είναι υποψήφια. ‘Οσα διαβάσαμε στο βιογραφικό της συνηγορούν υπέρ της επιλογής της. Αν προέκυψαν μετά σοβαρά αντίθετα στοιχεία θα έπρεπε να δημοσιοποιηθούν, αντί να παρακολουθήσουμε άναυδοι σταλινικότατη εκτόξευση βρώμικων, ασαφών, αναπόδεικτων υπαινιγμών κατά της γυναίκας, μειοψηφίας της μειοψηφίας της μειοψηφίας (!).

Διερωτάται κανείς πως ο Γραμματέας και μια τοπική οργάνωση ανέτρεψαν απόφαση Κεντρικής Επιτροπής, όταν, αλλού, η ηγεσία δεν έδωσε καμία σημασία στη βάση. ‘Όπως στη Μακεδονία, εκδιώκοντας τον Καρυπίδη, κατόπιν αμερικανοεβραϊκής απαιτήσεως, ή στην Πελοπόννησο, επιβάλλοντας τον μνημονιακό Βουδούρη. Τι εξηγεί δύο μέτρα και δύο σταθμά;

Απερίγραπτες είναι οι δηλώσεις του υποψήφιου ευρωβουλευτή Χριστόπουλου, που απέδωσε στη δική του επιρροή την πραξικοπηματική ακύρωση της συμμετοχής Σουλεϊμάν, υποστηρίζοντας ότι η μουσουλμανική μειονότητα της Θράκης είναι «συμπαγές τουρκικό πράμα» (sic). Αυτή είναι θέση του τουρκικού κράτους-εθνικισμού, που «τσουβαλιάζει» ως Τούρκους όλους τους Μουσουλμάνους, αρνούμενος την ύπαρξη Ρομά-Πομάκων.

‘Οσο για τη χρήση της λέξης «πράμα» για να περιγράψει τη μειονότητα, αποκαλύπτει την ηθική του, εγείροντας δυστυχώς ερωτηματικά για τα κριτήρια όσων τον έφεραν πέρυσι, λαθραία, να «εκπαιδεύσει» βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ, τον επέλεξαν για ευρωβουλευτή και επέμειναν να μείνει στο ψηφοδέλτιο. Εμείς απορούμε και για το πώς είναι πανεπιστημιακός! Την επομένη πήρε δυστυχώς τη σκυτάλη, ως μη όφειλε, η «Αυγή» την οποία, δυστυχώς, ο φανατικός «αντιεθνικισμός» παρέσυρε σε δύο σοβαρά ολισθήματα.

Πρώτον σε ταύτιση με την ελάχιστα δημοκρατική θέση της τουρκικής προπαγάνδας, ότι  πρέπει να αναγνωρίσουμε την τουρκική καταγωγή της μειονότητας («διεθνής υποχρέωση»), όχι όμως την «τριχοτόμησή» της, την ύπαρξη δηλαδή Ρομά και Πομάκων.

Δεύτερο και χειρότερο, στην υιοθέτηση ανοίκειων υπονοούμενων κατά της εκδιωχθείσης υποψηφίας και κομματικών στελεχών, αναβιώνοντας σταλινική μεθοδολογία ξένη προς την παράδοση της εφημερίδας μετά τη μεταπολίτευση. 

Δεν είχαμε χρόνο να επαληθεύσουμε τι ακριβώς έκαναν ο (φίλος του ΓΑΠ και Καμίνη) Χριστόπουλος και η ΜΚΟ του, ανθήσασα και επί ημερών Παπανδρέου, Ρόντος και της ομάδας διεθνών χαφιέδων υψηλοτάτου επιπέδου, που τους περιστοίχιζε στο Υπουργείο Εξωτερικών. Αν ισχύει το ένα εκατοστό από όσα αναφέρονται για τη δράση και τις θέσεις του στο διαδίκτυο αναφορικά με Γιουγκοσλαβία, ουκρανικό, το μακεδονικό κλπ. τίθεται δυστυχώς τεράστιο θέμα ως προς το γιατί επελέγη. 

Αριστερά και έθνος, νέα τάξη και παγκοσμιοποίηση. Δυστυχώς, το θέμα του ευρωψηφοδελτίου δεν περιορίζεται στην υπόθεση Χριστόπουλου-Σαμπιχά. Στο ευρωψηφοδέλτιο βρίσκουμε, ατυχέστατα, πολιτικούς φίλους του πρωτεργάτη της μνημονιακής καταστροφής ΓΑΠ, οπαδούς των ιδεών της παγκοσμιοποίησης-αυτοκρατορίας, υπερασπιστές και θεωρητικούς ενός δήθεν αριστερού, δήθεν «αντιεθνικισμού», που ταυτίζονται με κεντρικές επιλογές της παγκοσμιοποίησης και της «νέας τάξης πραγμάτων», στην περιοχή μας και γενικά, του ιμπεριαλισμού δηλαδή σε πιο … «κλασική» αριστερή ορολογία.

Διερωτάται κανείς πως, ένα κόμμα που θέλει να αγωνιστεί εναντίον της δικτατορίας των αγορών και του ολοκληρωτισμού της παγκοσμιοποίησης που συντρίβει ως οδοστρωτήρας τον ελληνικό λαό και την Ελλάδα, κόμμα που θέλει να αποκαταστήσει εθνική ανεξαρτησία και λαϊκή κυριαρχία, θα μπορέσει να τα κάνει στηριζόμενο σε τέτοια πρόσωπα.

Αναπόφευκτο ήταν όλα αυτά να κλονίσουν την εμπιστοσύνη μεγάλου μέρους οπαδών του ΣΥΡΙΖΑ προς το κόμμα, την εξωτερική πολιτική και την κοσμοαντίληψη της ηγεσίας του, αν και είναι, ταυτόχρονα, όπως υπογραμμίσαμε, η κρίση μεγάλη ευκαιρία να ξεκαθαρίσει η αριστερά τις θέσεις της σε βασικά ζητήματα, προτού φτάσει ενδεχομένως στην κυβέρνηση. Μεταξύ των υποψηφίων ευρωβουλευτών βρίσκονται υπερασπιστές των τουρκικών θέσεων στο Αιγαίο και του ψευδοκράτους που δημιούργησε ο τουρκικός στρατός κατοχής στην Κύπρο!

Βρίσκονται θεωρητικοί και απολογητές του σχεδίου Ανάν, με το οποίο επιχειρήθηκε, από την πιο «μαύρη» εγχώρια αντίδραση και τους Αγγλοαμερικανούς, η διάλυση της Κυπριακής Δημοκρατίας το 2004, όπως και σήμερα. Σχέδιο που, σημειωτέον, χαρακτηρίστηκε «χειρότερο σύνταγμα της παγκόσμιας ιστορίας», «κείμενο παράφρονος» (Τσάτσος), που ξανάκανε την Κύπρο αποικία και οδηγούσε στην εκπροσώπηση της πλειοψηφίας των κατοίκων της από μειοψηφία (μη αιρετών αξιωματούχων) στα όργανα αποφάσεων!

‘Ερχονται τώρα οι οπαδοί τέτοιων απόψεων, σαν τους Βουρβώνους, που τίποτα δεν έμαθαν και τίποτα δεν ξέχασαν, απόψεων που δεν εκφράζουν όχι το 4%, ούτε καν το 0,5%, και επιδιώκουν να τις επιβάλουν χωρίς καν  εσωκομματική συζήτηση, μέσω επιλογών προσώπων από την ηγεσία. Η αριστερά όμως ιστορικά δεν είναι αυτό, είναι βαθειά πατριωτική παράταξη, στην πρώτη γραμμή του αγώνα κατά της φασιστικής κατοχής, για την αυτοδιάθεση-ένωση της Κύπρου αργότερα, εναντίον των αγγλοαμερικανικών επεμβάσεων στην Ελλάδα. Είναι ασυμβίβαστη, δεν μπορεί να είναι αριστερά υιοθετώντας ταυτόχρονα τέτοιες βαθειά αντιδημοκρατικές, φιλοιμπεριαλιστικές απόψεις. 

Το 27% δεν δόθηκε στον ΣΥΡΙΖΑ για να υποστηρίξει τέτοιες απόψεις για Θράκη, Αιγαίο, Κύπρο. Του δόθηκε για να υπερασπιστεί, όχι να … αποτελειώσει το απειλούμενο έθνος. Του δόθηκε από ανθρώπους που αγαπάνε την Ελλάδα, δεν μισούν οτιδήποτε ελληνικό, δεν προσπαθούν να ανέβουν κοινωνικά με το «ευρωατλαντικό βρακί» τους.

Θα ήταν  ανήθικο, αποσταθεροποιητικό, αυτοκαταστροφικό, αν τυχόν επιχειρούνταν να χρησιμοποιηθεί η αντιμνημονιακή ψήφος για να υιοθετηθεί «ατζέντα» που δεν δηλώθηκε ποτέ ανοιχτά στον λαό ή το κόμμα.

Τέτοιες επιλογές προσώπων εκφράζουν, στην καλύτερη περίπτωση, πολιτική χωρίς έρμα και στρατηγικό άξονα, καιροσκοπικό συγκερασμό απόψεων ασυμβίβαστων μεταξύ τους. Ούτω πορευόμενη, η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ κινδυνεύει είτε να ξαναστήσει στα πόδια τους τούς Μνημονιακούς, είτε να οδηγήσει τη χώρα σε  καταστροφική, «χαοτική περιδίνηση» σε περίπτωση ανόδου στην κυβέρνηση, τραγική εμπειρία «ΓΑΠ Νο2», ολοκλήρωσης της καταστροφής που ξεκίνησε ο «ΓΑΠ Νο1», με απόδοση ευθύνης στην αριστερά και τις ιδέες της και ηγεμονία πλέον δεξιάς-ακροδεξιάς (ένα «1974 από την ανάποδη»)

Χρειάζεται κατεπειγόντως σοβαρότατη αλλαγή πολιτικής, πολύ ειλικρινής, σοβαρή, έντιμη, εξαντλητική, σε βάθος συζήτηση στους κόλπους της αριστεράς και ευρύτερα για εξωτερική πολιτική, εθνικά θέματα, σχέση έθνους-αριστεράς, εθνικού, κοινωνικού, διεθνικού, πώς πραγματικά και όχι δημαγωγικά ανατρέπεται το Μνημόνιο, πως οργανώνεται η λαϊκή πάλη όχι για να γίνουμε Υπουργοί, αλλά για να σώσουμε την πατρίδα μας. Χρειάζεται όχι «οργανωτική», με μεθόδους μηχανισμού, αλλά πολιτική ενοποίηση του ΣΥΡΙΖΑ γύρω από ένα σχέδιο εθνικής απελευθέρωσης και κοινωνικής σωτηρίας. 

Ο ΣΥΡΙΖΑ παραμένει μεγάλη ελπίδα ευρύτατων λαϊκών στρωμάτων. Αλλά αυτός ο λαός, «πάντα ευκολόπιστος και πάντα προδομένος» δεν χρειάζεται ψεύτικες ελπίδες, ψεύτες ‘Ηλιους και νέους δημαγωγούς. Θα τιμωρήσει άσχημα όποιον παίξει τυχόν με τέτοιους ρόλους. Χρειάζεται σοβαρά, δημοκρατικά, ανεξάρτητα πολιτικά υποκείμενα στην υπηρεσία της σωτηρίας του. Η απειλή κατά της χώρας είναι τρομερή, δεν αντιμετωπίζεται με επικοινωνιακές σαχλαμάρες ή χαμηλού επιπέδου ίντριγκες. H κρίση ας χρησιμεύσει ως μεγάλη ευκαιρία αυτοκριτικής-ενδοσκόπησης, σοβαρή προειδοποίηση, καταλύτης αναγκαίας μεγάλης διόρθωσης πορείας.
 



ΡΕΑΛΙΣΤΗΣ Η ΟΝΕΙΡΟΠΟΛΟΣ;

 

Επί προσωπικού επιπέδου έχουμε βρεθεί πολλές φορές αντιμέτωποι με το δίπολο όνειρα-πραγματικότητα. Αυτό που πολλές φορές αδυνατούμε να καταλάβουμε είναι ότι το ένα δεν αποκλείει το άλλο. Επί της ουσίας πρόκειται για μια τριμερή οντότητα: όνειρα-πράξεις-πραγματικότητα. Αυτό, λοιπόν, που διαφοροποιεί τον νοητό από τον πραγματικό κόσμο και δίνει υπόσταση στα όνειρα, στις ιδέες μας, είναι οι πράξεις μας.

Τι είναι αυτό όμως που καθορίζει αν θα προβούμε στην τέλεση των εκάστοτε πράξεων; Μα, φυσικά, εμείς οι ίδιοι μέσω της αντιληπτικής μας ικανότητας. Αυτό το ευμετάβλητο και συνεχώς αναδιαμορφούμενο -ανάλογα με την ηλικία, τη μόρφωση ή, απλώς, τη διάθεσή μας- πρίσμα, υπό το οποίο αντιλαμβανόμαστε τον κόσμο. Προκειμένου να λάβουμε μια απόφαση, άλλοτε εξετάζουμε τα γεγονότα με γνώμονα την κοινή λογική, τεχνοκρατικές αναλύσεις αλλά και πολλάκις «δοκιμασμένες» πράξεις, που έχουν αναχθεί πλέον σε πραγματικότητα, και άλλοτε με βάση κάτι πολύ απλό: τις επιθυμίες μας!

Στην πρώτη περίπτωση, βολιδοσκοπούμε τα πράγματα υπό το πρίσμα ενός στυγνού ρεαλισμού -ενίοτε πραγματισμού- κρατώντας παράλληλα μια πολύ επικριτική στάση απέναντι στον εαυτό μας. Αυτό που εννοώ είναι ότι αυτός ο στυγνός ρεαλισμός -επιτρέψτε μου να τον ονομάσω «κακό ρεαλισμό»- συνοδεύεται από μια άκρως πεσιμιστική οπτική σχετικά με την πραγματοποίηση των στόχων μας και την ικανοποίηση των επιθυμιών μας. Αφενός αδυνατούμε να αντιληφθούμε ρομαντικά την ιδέα μας, αφετέρου προσπαθούμε να πείσουμε λανθασμένα τον εαυτό μας ότι δεν είναι αρκετά ικανός να προβεί στην εκάστοτε πράξη, κατόπιν της λήψης της κρίσιμης απόφασης.

Στη δεύτερη περίπτωση, κατά την οποία οι επιθυμίες μας έρχονται στο προσκήνιο, ανακύπτει η δεύτερη φύση του ανθρώπου, που αφορά την ονειροπολική του διάθεση και επί το πλείστον υποδαυλίζεται από ένα αίσθημα «αδικαιολόγητης» αισιοδοξίας για το μέλλον. Ο ονειροπόλος, ο αιθεροβάμων άνθρωπος θέτει στόχους ανεξάρτητα από το αν αυτοί είναι πραγματοποιήσιμοι ή όχι. Εδώ, κατευθυντήρια δύναμη είναι η ελπίδα και όχι τα πραγματικά περιστατικά. Η ελπίδα ότι η απόφαση που θα πάρουμε θα είναι επιτυχής. Η ελπίδα ότι το μεγαλύτερό μας όνειρο, σε βάθος χρόνου, θα πάρει σάρκα και οστά.

Ίσως να θέτουμε πολλές φορές μη ρεαλιστικούς στόχους που, ενδεχομένως, ξεπερνούν τα όρια των δυνατοτήτων μας. Ποιος μπορεί όμως να θέσει όρια στις ικανότητές του; Γι’ αυτό τον λόγο και οι περισσότεροι εξ ημών σε όλη μας τη ζωή ουρανοβατούμε, διακοπτόμενοι από κάποια φωτεινά -ή σκοτεινά- διαλείμματα ρεαλιστικής προσέγγισης των πραγμάτων. Λέγοντας σκοτεινά, έχω στο μυαλό μου τον προαναφερθέντα «κακό ρεαλισμό», ο οποίος, όπως προείπα, πολλάκις εμποδίζει τον άνθρωπο από το να θεωρήσει τον εαυτό του άξιο να προβεί σε μια πράξη, φοβούμενος όχι τόσο αυτή καθαυτή την αποτυχία της πράξης του, αλλά τον αντίκτυπο που θα έχει η έκβασή της στους άλλους. 

Στόχος μας η διθυραμβική επιβράβευση. Εφιάλτης μας η κοινωνική αποδοκιμασία. Προκειμένου, λοιπόν, να αποφύγουμε προληπτικά αυτή την αποδοκιμασία, ως «κακοί ρεαλιστές» σκοτώνουμε δυστυχώς εν τη γενέσει τα όνειρά μας και μαζί με αυτά τις εκκολαπτόμενες αποφάσεις μας. Σε τελική ανάλυση, είναι οφθαλμοφανές πως και ο «ονειροπόλος» χρειάζεται τον ρεαλισμό, τουτέστιν τη ρεαλιστική προσέγγιση των ονείρων του, ώστε να μετουσιώσει τις ελπίδες και τα όνειρά του σε πράξεις. 

Εν προκειμένω, λοιπόν, ερχόμαστε στο σημείο του «καλού ρεαλισμού», αυτού που με τη συνδρομή αντικειμενικών και υποκειμενικών κριτηρίων, μας βοηθάει όχι μόνο στη σωστή αξιολόγηση του εαυτού μας αλλά και των πραγμάτων και εν συνεχεία στην πραγματοποίηση του οράματός μας. Ως εκ τούτου, το καλύτερο πράγμα που έχουμε να κάνουμε είναι να ονειρευτούμε. Κανείς μας δεν γνωρίζει τι τέξεται η επιούσα. Αυτό όμως που οφείλουμε να πράξουμε για εμάς είναι να δώσουμε μια ευκαιρία στον εαυτό μας να προσπαθήσει. 


«ΘΕΛΟΥΜΕ ΛΥΣΗ ΑΛΛΑ Η ΠΓΔΜ ΕΜΜΕΝΕΙ ΣΤΗ ΘΕΣΗ ΠΟΥ ΗΤΑΝ ΤΟ 1995» ΛΕΕΙ Η ΑΘΗΝΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΟΝΟΜΑΣΙΑ

 

Ο προσωπικός απεσταλμένος του Γενικού Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών στις συνομιλίες μεταξύ Ελλάδας και ΠΓΔΜ Μάθιου Νίμιτς αναμένεται να επισκεφθεί την Αθήνα και τα Σκόπια στις αρχές Ιουλίου, όπως δήλωσε μετά τη συνάντησή του με τους αντιπροσώπους των δύο χωρών, πρέσβεις Αδαμάντιο Βασιλάκη και Ζόραν Γιολέβσκι, στην έδρα του ΟΗΕ.

Ο κ. Νίμιτς ανέφερε ότι έγινε «επανεξέταση» των θέσεων της κάθε πλευράς και πως δεν παρουσιάστηκαν από μέρους του «νέες ιδέες». Ο αντιπρόσωπος της Ελλάδας, πρέσβης Αδαμάντιος Βασιλάκης, δήλωσε ότι δεν υπήρξε καμία διαφοροποίηση των θέσεων της ΠΓΔΜ, τονίζοντας χαρακτηριστικά ότι «η Ελλάδα επιθυμεί να υπάρξει λύση, αλλά η άλλη πλευρά δεν έχει κάνει απολύτως τίποτα μέχρι σήμερα. Βρίσκεται στη θέση που ήταν το 1995».

Εκτός από την κοινή συνάντηση του κ. Νίμιτς με τους κ.κ. Βασιλάκη και Γιολέβσκι, ο προσωπικός απεσταλμένος του Γενικού Γραμματέα είχε χωριστές συναντήσεις με τους αντιπροσώπους της Ελλάδας και της ΠΓΔΜ.
 


ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΤΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ ΣΤΗΝ ΤΟΥΡΚΙΚΗ ΗURRIYET: «ΕΜΠΙΣΤΕΥΤΕΙΤΕ ΜΕ»

 

«Να με εμπιστευτείτε» κάλεσε τους Τούρκους ο πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας Νίκος Αναστασιάδης, μέσω μιας ιστορικής συνέντευξής του στην τουρκική εφημερίδα Hurriyet, καθώς είναι εξαιρετικά σπάνιο ηγέτης της Κυπριακής Δημοκρατίας να φιλοξενείται σε τουρκικά μέσα ενημέρωσης.  Η συνέντευξη του Νίκου Αναστασιάδη δόθηκε εν όψει της έναρξης του δεύτερου γύρου των ειρηνευτικών συνομιλιών που έχουν προγραμματιστεί εντός της εβδομάδας Ερωτηθείς σχετικά γιατί ένας Τουρκοκύπριος θα πρέπει να τον πιστέψει, απάντησε: «Αντιστρέφω το ερώτημα, γιατί να μην με πιστέψουν; 

Ο πατέρας μου έσωσε Τουρκοκύπριους από φανατικούς Ελληνοκύπριους το 1974» δήλωσε ο πρόεδρος της Κύπρου Νίκος Αναστασιάδης, στη συνέντευξη του. «Προέρχομαι από ένα χωριό όπου ζούσαν μαζί Έλληνες και Τούρκοι. Η οικογένειά μου είχε αδελφικές σχέσεις με Τουρκοκύπριους, τους οποίους σέβομαι και εκτιμώ. Ως κύπριος πολίτης, ως κύπριος πολιτικός θέλω την επανένωση της πατρίδας», δήλωσε ο πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας, ο οποίος συνέκρινε το όραμά του με εκείνο του Μάρτιν Λούθερ Κίνγκ. «Όραμά μου είναι μία χώρα όπου τα παιδιά και τα εγγόνια μου δεν θα αξιολογούνται βάσει της εθνικής καταγωγής τους και της θρησκείας τους, αλλά βάσει των άρχων και του χαρακτήρα τους», τόνισε χαρακτηριστικά ο Νίκος Αναστασιάδης. 

Σημείωσε ακόμη πως «ούτε θέλει να σκέφτεται» το σενάριο να μην υπάρξει λύση στο Κυπριακό, ενώ πρόσθεσε ότι έχει «θετική εντύπωση» για τον τούρκο πρωθυπουργό Ταγίπ Ερντογάν. Σε ερώτηση σχετικά με την μη αποδοχή από τον τουρκοκύπριο ηγέτη Ντερβίς Ερογλου προηγούμενης συμφωνίας των δύο πλευρών σχετικά με την εκ περιτροπής προεδρία και το περιουσιακό, μετά την επανένωση του νησιού, ο Νίκος Αναστασιάδης υπογράμμισε ότι «δεν βρίσκεται στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων το έγγραφο του ΟΗΕ σχετικά με τα σημεία στα οποία είχε επιτευχθεί συμφωνία μετά το 2008. Αντίθετα, δεν είναι έξυπνο και ωφέλιμο να αγνοήσουμε τα θετικά στοιχεία, απόψεις και μέτρα, που συμφωνήθηκαν και από τις δύο πλευρές και έχουν υποβάλει τα Ηνωμένα Έθνη εδώ και 40 χρόνια».