Σάββατο 15 Φεβρουαρίου 2014

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΤΟΥ ΑΡΕΟΠΑΓΙΤΗ κ. Ι. ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΣΚΟΤΕΙΝΗ ΠΛΕΥΡΑ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ


Μετά από 41 χρόνια υπηρεσία σε όλες της βαθμίδες της δικαιοσύνης, ο Α΄ Αντιπρόεδρος του Αρείου Πάγου, έστω και μερικές εβδομάδες πριν αποχωρήσει από το δικαστικό σώμα, λύνει τη σιωπή του και μιλά,….. Διαβάστε την συνέχεια εδώ 



FAILED STATE Η ΕΛΛΑΔΑ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΓΕΡΜΑΝΟΥΣ

 

Το γερμανικό περιοδικό Spiegel λίγες μέρες μετά την ανάληψη της προεδρίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης από τη χώρα μας, σε άρθρο του με τίτλο "Ο κατά φαντασίαν θεραπευμένος" δίπλα σε φωτογραφία του Αντώνη Σαμαρά, εξαπολύει οξύτατη επίθεση στην Ελλάδα, την οποία δεν διστάζει να χαρακτηρίσει ως αποτυχημένη, μια χώρα που δεν θυμίζει σε τίποτα την Ευρώπη και σύντομα θα καταλήξει όπως το Αφγανιστάν και το Πακιστάν. Πιο συγκεκριμένα, το γερμανικό περιοδικό αναφέρεται στη μετακίνηση του εντεταλμένου της γερμανικής κυβέρνησης για την ελληνογερμανική συνεργασία σε επίπεδο δήμων και κοινοτήτων και ανθρώπου της απόλυτης εμπιστοσύνης της καγκελαρίου Άνγκελα Μέρκελ, Χανς-Γιοάχιμ Φούχτελ, από το υπουργείο Εργασίας στο υπουργείο Αναπτυξιακής Βοήθειας και διερωτάται: «Η Ελλάδα, το πλήρες μέλος της ΕΕ και της Ευρωζώνης, μία αναπτυσσόμενη χώρα; Μάλιστα ένα ‘αποτυχημένο κράτος’ (failed state) όπως το Αφγανιστάν και σύντομα ίσως και το Πακιστάν». Δεν είναι, όμως η πρώτη φορά που η χώρα μας αναφέρεται ως αποτυχημένο κράτος- failed state

Στις 19 Σεπτεμβρίου 2012, το πρακτορείο Reuters σε άρθρο του κρούει τον κώδωνα του κινδύνου και επιβεβαιώνει ότι η αποτυχία βρίσκεται ante portas για την Ελλάδα γράφοντας χαρακτηριστικά: "a NATO member on the SE border of the EU to turn into a FAILED STATE?" Σύμφωνα με το διεθνή ορισμό «καταρρέον» ή «αποτυχημένο κράτος» («failed state»), μπορεί να χαρακτηριστεί κάποιο κράτος που αντιμετωπίζει απότομη οικονομική ύφεση, άνιση οικονομική ανάπτυξη, ανεπάρκεια ή αδυναμία των δημοσίων υπηρεσιών, προσφυγικά κύματα και ακούσιες μετακινήσεις πληθυσμών, σοβαρές καταστάσεις έκτακτης ανθρωπιστικής ανάγκης, αδύναμη ή αναποτελεσματική κυβέρνηση, η οποία έχει ανεπαρκή ή καθόλου έλεγχο της επικράτειας, εκτεταμένη διαφθορά και εγκληματικότητα, ποινικοποίηση ή /και απονομιμοποίησης του κράτους, αναστολή ή αυθαίρετη εφαρμογή του νόμου, εκτεταμένες παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Υπηρεσίες ασφαλείας που λειτουργούν ως «κράτος εν κράτει», άνοδος ομαδοποιημένων ελίτ (φατριών), παρέμβαση εξωτερικών πολιτικών παραγόντων, χαρακτηριστικά δηλαδή που υποδεικνύουν, αναλόγως της έντασης των φαινομένων, ότι ένα κράτος είναι ή κινδυνεύει να γίνει «αποτυχημένο». Ως καταρρέον και αποτυχημένο κράτος αντιμετωπίστηκε η χώρα μας και μέσα από τις δηλώσεις του αντικαγκελάριου της Γερμανίας και υπουργού Οικονομίας Ζίγκμαρ Γκάμπριελ, ο οποίος απευθυνόμενος σε εκδήλωση του γερμανικού Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος στο Πότσνταμ, είπε ότι στην Ελλάδα δεν υπάρχουν κρατικές δομές υποστηρίζοντας έτσι τη θέση του γιατί χρειαζόταν να παρέμβει η Παγκόσμια Τράπεζα, αντί για το ΔΝΤ, η οποία ως γνωστόν ασχολείται με την αντιμετώπιση της φτώχειας και των ανισοτήτων στις αναπτυσσόμενες χώρες.

Ο όρος αναπτυσσόμενες χώρες αναφέρεται στις χώρες που βρίσκονται σε χαμηλό στάδιο οικονομικής ανάπτυξης. Χαρακτηριστικά των αναπτυσσομένων χωρών είναι συνήθως οι κακές υποδομές, η χαμηλή μόρφωση και το ανειδίκευτο ανθρώπινο δυναμικό, η έλλειψη των επενδύσεων και βιομηχανικής παραγωγής, οι ασθενικοί θεσμοί, η ανώριμη δημοκρατία ή η πλήρης έλλειψη της, το χαμηλό κατά κεφαλήν εισόδημα, η διαδεδομένη φτώχεια κ.τ.λ. Για την ιστορία να αναφέρουμε ότι η δράση του Ομίλου της Παγκόσμιας Τράπεζας καλύπτει έξι μείζονες γεωγραφικές περιοχές: την (Υποσαχάρια) Αφρική, την Ανατολική Ασία και τον Ειρηνικό, τη Νότια Ασία, την Ευρώπη και την Κεντρική Ασία, τη Μέση Ανατολή και τη Βόρεια Αφρική, τη Λατινική Αμερική και την Καραϊβική, ενώ έχει δραστηριοποιηθεί κυρίως σε όλες τις περιοχές που η Παγκόσμια Τραπεζοπιστωτική Εξουσία (ΠΤΕ) εκμεταλεύεται τον πλούτο τους και μεταχειρίζεται τους λαούς τους ως υποζύγια.

Παρατηρώντας τα χαρακτηριστικά των αναπτυσσόμενων χωρών βλέπουμε ότι δεν διαφέρουν και πολύ από εκείνα των αποκαλούμενων failed states, ενώ σε αρκετές περιπτώσεις οι αναπτυσσόμενες χώρες μπορεί να είναι και αποτυχημένες. Για το 2013, σύμφωνα με τον οργανισμό Fund For Peace στη πρώτη πεντάδα των αποτυχημένων χωρών βρέθηκαν: η Σομαλία, το Κονγκό, το Σουδάν, το Νότιο Σουδάν και το Τσαντ, χώρες της υποσαχάριας Αφρικής, μια περιοχή με ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την Παγκόσμια Τράπεζα.Ταυτόχρονα φουντώνουν οι ειδήσεις που θέλουν το νέο μνημόνιο - δώρο από τον υπουργό Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε να βρίσκεται ante portas. Βάση του νέου αυτού Μνημονίου θα αποτελέσει το σχέδιο για μεταρρύθμιση του Ελληνικού κράτους. Άλλωστε, ο Γερμανός υπουργός φέρεται να πιστεύει πως «οι Έλληνες δεν έχουν κράτος» και ότι «απαιτείται αναδόμηση εκ βάθρων». Το νέο Μνημόνιο θα προβλέπει δάνειο ύψους από 10 έως 20 δισ. ευρώ, δεν θα περιλαμβάνει άμεσα εισπρακτικά μέτρα και θα έχει «ρήτρα μεταρρυθμίσεων» με αυστηρό χρονοδιάγραμμα εφαρμογής μέχρι το 2017.Καταρτίζεται από ειδική ομάδα του γερμανικού δημοσίου με το χαρακτήρα του κατεπείγοντος και πρόκειται να συμπεριληφθεί στο υπό διαμόρφωση μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα της ελληνικής οικονομίας για την περίοδο 2014-2017. Σύμφωνα με πληροφορίες, το πρόγραμμα έχει προετοιμαστεί από τον επικεφαλής της Task Force Χορστ Ράιχενμπαχ. 

Η ουσία είναι ότι η Ελληνική οικονομία θα συνεχίσει να βρίσκεται υπό τον ασφυκτικό έλεγχο του Βερολίνου και των Βρυξελλών- την ώρα που ο ρόλος του ΔΝΤ φαίνεται να περιορίζεται. Η Γερμανία μέσα από το νέο αυτό δάνειο που δεν θα περιλαμβάνει την ονομασία Μνημόνιο για καθαρά επικοινωνιακούς λόγους, θα συνεχίσει να έχει τον κύριο λόγο στις εξελίξεις της Ελληνικής οικονομίας και να ελέγχει απόλυτα τη χώρα.  Μια χώρα που μπορεί να μην βρίσκεται στον κατάλογο των αποτυχημένων χωρών όπως τις περιγράψαμε παραπάνω, αλλά που έχει όλα τα χαρακτηριστικά τους και ιδιαίτερα αυτό της παρέμβασης εξωτερικών πολιτικών παραγόντων, στη συγκεκριμένη περίπτωση του Γερμανικού. Διαβάστε την Επικαιρότητα  εδώ

 


ΚΙ ΟΜΩΣ Η ΑΙΓΥΠΤΟΣ ΣΕΒΕΤΑΙ ΑΠΟΛΥΤΑ ΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΟΖ

 

«Ολοκληρωτικώς αβάσιμα» χαρακτηρίζονται από τους ειδικούς τα περί της καταπάτησης από την Αίγυπτο περιοχών οι οποίες εμπίπτουν μέσα στη δυνητική Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη της χώρας μας. Η παραπάνω τοποθέτηση ανήκει στους δρ. Ηλία Κονοφάγο και στον ομότιμο καθηγητή του Πολυτεχνείου Κρήτης, Αντώνη Φώσκολο, οι οποίοι απέρριψαν με τον πλέον κατηγορηματικό τρόπο, κάθε τοποθέτηση περί εμπλοκής με την Αίγυπτο με αφορμή την προκήρυξη από την πλευρά του Κάιρο, ενός νέου γύρου για την παραχώρηση θαλασσίων οικοπέδων μερικά εκ των οποίων βρίσκονται πλησίον περιοχών ελληνικού ενδιαφέροντος.

Τόσο ο δρ. Η. Κονοφάγος όσο και ο καθηγητής Α. Φώσκολος επεσήμαναν το γεγονός ότι η συγκεκριμένη προκήρυξη της Αιγύπτου δεν αφορά καινούργια θαλάσσια οικόπεδα αλλά υπάρχοντα τα οποία και δεν παραχωρήθηκαν στο παρελθόν. Το σημαντικότερο όμως είναι ότι σύμφωνα με τους ιδίους η περίπτωση της Αιγύπτου και των παραχωρήσεών της εξετάστηκε επισταμένα από τους ίδιους και με την συμμετοχή του Νίκου Λυγερού και της Γεωγραφικής Υπηρεσίας Στρατού, οι οποίοι επιβεβαίωσαν το γεγονός ότι η Αίγυπτος σεβάστηκε απολύτως την μέση γραμμή χάραξης περιοχών μεταξύ αυτής και της Ελλάδας, δηλαδή υπήρξε σεβασμός της «μέσης γραμμής Καστελορίζου-Αιγύπτου», κατά τον καθηγητή Φώσκολο.

Η παρουσίαση δε των αποτελεσμάτων της συγκεκριμένης έρευνας έγινε στον ίδιο τον πρωθυπουργό, Αντώνη Σαμαρά, εδώ και ενάμιση σχεδόν χρόνο «παρουσία των συνεργατών του Άγγελου Συρίγου και Χρύσανθου Λαζαρίδη», όπως σημειώνει ο Α. Φώσκολος, ενώ ο Η. Κονοφάγος επισημαίνει ότι η Αίγυπτος «σεβάστηκε πλήρως και εντυπωσιακά στην προκήρυξη της προς τη διεθνή αγορά Εταιρειών Πετρελαίου τη μέση γραμμή Καστελόριζου-Αιγύπτου». Η ουσία της τοποθέτησης των ειδικών επιστημόνων είναι η εξής: H Αίγυπτος εδώ και χρόνια έχει προχωρήσει στη δημιουργία θαλασσίων οικοπέδων τα οποία σέβονται de facto την χάραξη ΑΟΖ μεταξύ των Αθηνών και του Κάιρο με τη μέθοδο της μέσης γραμμής. 

Η ελληνική ηγεσία εδώ και αρκετό καιρό, δηλαδή από τους πρώτους μήνες της ανάληψης της εξουσίας από την παρούσα κυβέρνηση, ζήτησε από συγκεκριμένους ανθρώπους πλήρη ενημέρωση επί των θεμάτων αυτών, ενώ εξετάστηκε επισταμένως η οριοθέτηση της Αιγύπτου. Η κατάληξη όλων των παραπάνω ήταν, ότι ουδέν το μεμπτό έχει βρεθεί σε σχέση με την Αίγυπτο, άρα η Ελλάδα δεν έχει λόγο να αντιδράσει αρνητικά στις κινήσεις τη συγκεκριμένης χώρας. Τέλος, ο νέος γύρος αδειοδοτήσεων από το Κάιρο αφορά ακριβώς τις υπό εξέταση από το παρελθόν περιπτώσεις, άρα δεν υπάρχει τίποτα το προβληματικό το οποίο να δικαιολογεί τον θόρυβο που προκλήθηκε. 

Στη συγκεκριμένη τοποθέτηση, η οποία γίνεται από την σκοπιά των ειδικών του πετρελαίου, της γεωλογίας και της βιομηχανίας, καλό ήταν να προστεθεί και η διεθνολογική παράμετρος, η οποία θα μπορούσε να εξηγήσει την «επαμφοτερίζουσα», όπως φαίνεται από τα διάφορα δημοσιεύματα, στάση της Αιγύπτου. Τα πράγματα είναι απλά: Η Αίγυπτος είναι ένα σοβαρό και ιστορικό κράτος το οποίο είτε υπό την ηγεσία των Αδελφών Μουσουλμάνων του Μόρσι, είτε υπό την ηγεσία των «αντεπαναστατών» του Αλ-Σίσσι, δεν λειτουργεί με βάση το «συναίσθημα» αλλά με βάση το «συμφέρον». 

Δηλαδή, αυτή τη στιγμή, η Αίγυπτος δεν έχει κανένα συμφέρον να «τραβήξει το σχοινί» με την Τουρκία, μέσω της Ελλάδας και της υπόθεσης της ΑΟΖ, όσο συγκρουσιακή και να είναι η σχέση της με την γειτονική χώρα. Από την άλλη πλευρά αυτό δεν σημαίνει ότι θα υπακούσει στα κελεύσματα των νεοθωμανών της Άγκυρας οι οποίοι θέλουν να τραβήξουν την Αίγυπτο προς μία ατραπό ανοιχτής σύγκρουσης με την Ελλάδα και την Κύπρο. Με άλλα λόγια, το ότι η Αίγυπτος φέρεται με μέγιστη προσοχή σε ένα τόσο δύσκολο ζήτημα αυτό δεν σημαίνει ότι είναι εχθρική απέναντί μας. 

Δυστυχώς, το πρόβλημα δεν είναι η Αίγυπτος, αλλά η ελληνική νοοτροπία του να τοποθετούνται «ταμπέλες» στον οποιονδήποτε, χωρίς υπό εξέταση να τίθεται το εάν κάποιος είναι «φίλος» ή «εχθρός» (όροι άγνωστοι στη ρεαλιστική σχολή σκέψης των διεθνών σχέσεων), αλλά με το ποιο είναι το συμφέρον του. Είναι στο χέρι της Αθήνας να πείσει την Αίγυπτο, ότι τα συμφέροντά της συμπίπτουν περισσότερο με τα δικά μας απ’ ότι με αυτά της Τουρκίας, αλλά το κυριότερο εργαλείο πειθούς προς έναν εξωτερικό παράγοντα είναι να αποδείξεις ότι είσαι σταθερός και ισχυρός εταίρος, για μία τόσο σοβαρή υπόθεση.

Για να γινόμαστε πρακτικοί, εάν η Άγκυρα – σε ένα υποθετικό σενάριο – πει στο Κάιρο, ότι σε περίπτωση ελληνικής αντίδρασης θα κατεβεί στην περιοχή ο τουρκικός στόλος, πως ακριβώς περιμένουν να υπερακοντίσουν την «προσφορά» οι δικοί μας υπεύθυνοι; Κάνοντας κηρύγματα για το διεθνές δίκαιο ή λέγοντας ότι θα πάνε στον ΟΗΕ; Για να μην αναφερθούμε στις δαπάνες των στρατιωτικών επιτελείων… Πώς είναι δυνατόν να πείσουμε τον οποιοδήποτε… για οτιδήποτε, όταν η ελληνική εξωτερική πολιτική για δεκαετίες αποδεικνύει με κάθε ευκαιρία την ανασφάλειά της όχι μόνο απέναντι στην Τουρκία αλλά και σε πιο «εύκολες» και «βατές» περιπτώσεις;

Κλείνουμε τη συγκεκριμένη τοποθέτηση με μία επισήμανση. Η Ελλάδα θα πρέπει να επιταχύνει τις κινήσεις της αναφορικά με τις Θαλάσσιες Ζώνες, η προεδρία της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι μία μοναδική ευκαιρία. Μόνο έτσι η Αίγυπτος θα συνεχίσει με τη στάση της να δημιουργεί «δίκαιο» το οποίο είναι συμβατό με τα ελληνικά συμφέροντα και μόνο έτσι οι εταιρίες – που δεν πηγαίνουν σε «γκρίζες» περιοχές – θα σπεύσουν να συμμετάσχουν στην εκμετάλλευση και τη νομή του πλούτου της θάλασσας και του βυθού της Ανατολικής Μεσογείου.
 


ΞΕΝΟΦΟΒΙΑ: Η «ΑΣΘΕΝΕΙΑ» ΤΩΝ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ

 

Το 2009, εκτός από την οικονομική «ασθένεια» που έπληξε πολλές ευρωπαϊκές χώρες, σημειώθηκε έξαρση και μιας κοινωνικής «ασθένειας», αυτής της ξενοφοβίας. Πολλοί αρχηγοί κρατών, προκειμένου να εξευμενίσουν τους «ανήσυχους» πολίτες και να δικαιολογήσουν κρατικές και πολιτικές παθογένειες, άρχισαν να χρησιμοποιούν μια ξενοφοβική ρητορική. Ξαφνικά, εκφράσεις του τύπου «οι μετανάστες μας κλέβουν τις δουλειές», «οι μετανάστες ευθύνονται για την αύξηση της εγκληματικότητας» κ.α., κατέκτησαν μια μόνιμη θέση στις καθημερινές μας συζητήσεις. 

Ωστόσο, όπως όλες οι παθήσεις έτσι και αυτή δημιούργησε αρκετά προβλήματα, όχι μόνο σε εθνικό επίπεδο αλλά και σε ευρωπαϊκό. Αρχικά, σε όλη την Ευρώπη υπάρχει μια εμφανής άνοδος των ακροδεξιών στοιχείων. Ας αρχίσουμε από τα δικά μας «χάλια». Η ξενοφοβία στην Ελλάδα, που γιγαντώθηκε μετά το ξέσπασμα της οικονομικής κρίσης, οδήγησε στην ενδυνάμωση του κόμματος της Χρυσής Αυγής, ενός κόμματος το οποίο πρεσβεύει φασιστικές ιδεολογίες και υμνεί τον Χίτλερ! Ενός κόμματος, το οποίο έχει χαρακτηριστεί ως εγκληματική οργάνωση και που το 1/3 των βουλευτών του βρίσκεται υπό κράτηση στις φυλακές Κορυδαλλού. 

Παρόλα αυτά, εξακολουθεί να κατέχει την τρίτη θέση στις δημοσκοπήσεις κάτι που φυσικά θα πρέπει να μας προβληματίσει όλους μας. Φυσικά, για να είμαι δίκαιος, το συγκεκριμένο φαινόμενο δεν έχει ελληνική ταυτότητα αλλά ευρωπαϊκή. Στη Γαλλία, το κόμμα της γνωστής σε όλους, για τα άκρως ρατσιστικά της σχόλια, Marine Le Pen, αποτελεί την τρίτη, και ορισμένες φορές, την δεύτερη ισχυρότερη πολιτική δύναμη. Το ίδιο συμβαίνει και στην Αυστρία, την Ιταλία, την Ελβετία ακόμη και στο Ηνωμένο Βασίλειο. Πολλές προοδευτικές και φιλελεύθερες ευρωπαϊκές χώρες πέφτουν θύματα, η μια μετά την άλλη, αυτής της κοινωνικής πάθησης. 

Ακόμη πιο θλιβερό και πιο μειονεκτικό, αν θέλετε, για την κοινωνία μας εν έτει 2014, είναι να υιοθετείται τέτοιου είδους ρητορική από επίσημους κυβερνητικούς παράγοντες, μόνο και μόνο για την εξυπηρέτηση ιδιοτελών πολιτικών σκοπιμοτήτων, κάτι που ευτυχώς δεν έχει συμβεί ακόμη στην Ελλάδα. Σε αυτό το σημείο θα σας αναφέρω, ως παράδειγμα, την στάση της συντηρητικής κυβέρνησης Cameron, που την βιώνω δια ζώσης. Από το 2013 έχει αρχίσει μια συζήτηση στην Αγγλία σχετικά με την πρόσβαση των μεταναστών στα κοινωνικά επιδόματα και στο σύστημα υγείας, με την αιτιολογία πως οι μετανάστες αποτελούν μία από τις σημαντικότερες αιτίες για την «υπερφόρτωση» των συγκεκριμένων τομέων.

Η συγκεκριμένη συζήτηση έχει οδηγήσει στη σταδιακή σκλήρυνση των όρων και των προϋποθέσεων για τους μετανάστες, σχετικά με την πρόσβασή τους στους τομείς υγείας και πρόνοιας, κάτι που έχει οδηγήσει σε ρήξη τις σχέσεις Αγγλίας-Ε.Ε., καθώς όλες αυτές οι αλλαγές αντίκεινται στο ευρωπαϊκό ιδεώδες. Οι πραγματικές αιτίες, ωστόσο, της συγκεκριμένης συμπεριφοράς είναι η προσπάθεια ικανοποίησης των ευρωσκεπτικιστών στο εσωτερικό του κόμματος και τα χαμηλά δημοσκοπικά ποσοστά του, καθώς η πλειονότητα των μεταναστών στο Ηνωμένο Βασίλειο έχουν υψηλό μορφωτικό επίπεδο, βρίσκουν, σχετικά εύκολα, το δρόμο τους στην αγορά εργασίας και φυσικά τονώνουν την βρετανική οικονομία.  

Καταλήγοντας θα ήθελα να τονίσω πως συμφωνώ ότι το κάθε κράτος είναι υπεύθυνο για το πώς θα χειρίζεται το μεταναστευτικό του ζήτημα. Συμφωνώ πως το κάθε κράτος πρέπει να έχει ως κύριο μέλημα του την ευημερία των πολιτών του. Επισημαίνω, ωστόσο, πως αυτή η «ασθένεια» των πολιτικών μπορεί να έχει πολύ σοβαρές οικονομικές, κοινωνικές και πολιτικές συνέπειες, τόσο σε εθνικό, όσο και σε ευρωπαϊκό επίπεδο.
 


ΤΟ ΚΥΠΡΙΑΚΟ ΞΑΝΑ ΣΤΟ ΠΡΟΣΚΗΝΙΟ

 

Τις τελευταίες ημέρες παρατηρείται μια έντονη κινητικότητα στο μείζον εθνικό θέμα του Κυπριακού, ίσως ξαφνικά για πολλούς, αλλά για τους γνώστες των πολιτικών και γεωστρατηγικών θεμάτων, πλήρως αναμενόμενη. Πρακτικά οι ΗΠΑ είναι αυτές που για μια ακόμη φορά πιέζουν τις δύο πλευρές, Αθήνα και Λευκωσία, να δεχθούν υπό την αιγίδα του ΟΗΕ την επανέναρξη των συνομιλιών για μια βιώσιμη λύση του Κυπριακού.

Όταν λέμε επανέναρξη, πρακτικά δεν εννοούμε συμφωνίες χαμηλής πολιτικής, ή εθιμοτυπικές, αλλά μια ακόμη προσπάθεια επίλυσης μετά την αποτυχία του σχεδίου Ανάν το 2004, καθώς τότε είχε απορριφθεί από την ελληνοκυπριακή πλευρά. Αυτό που προτείνεται αυτή την φορά, είναι ουσιαστικά ένα ιδιότυπο Σχέδιο Ανάν ΙΙ, το οποίο θα περιλαμβάνει και την διενέργεια δημοψηφίσματος στην Κύπρο.

Γιατί όμως αυτή η κινητικότητα στο Κυπριακό και μάλιστα με κοινό σχετικό ανακοινωθέν από τους πρωθυπουργούς Σαμαρά και Αναστασιάδη; Ο λόγος είναι ότι οι ΗΠΑ αλλά και σε μικρότερο βαθμό η ΕΕ έχουν καταλήξει στο συμπέρασμα ότι δεν είναι δυνατή η αξιοποίηση των κοιτασμάτων πετρελαίου και φυσικού αερίου της Κύπρου εντός της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης της τελευταίας, χωρίς να υφίσταται ταυτόχρονα μία βιώσιμη και συναινετική λύση για το Κυπριακό.

Δεν μπορώ να κρίνω στην παρούσα πρώιμη φάση των συνομιλιών τι μπορεί να σημαίνει αυτό για τα εθνικά συμφέροντα του ελληνισμού. Αυτό, όμως, που απαιτείται είναι σοβαρότητα, διαπραγμάτευση και διάθεση στο να προωθηθούν στον μέγιστο βαθμό τα ελληνικά συμφέροντα, κυρίως όσον αφορά την εκμετάλλευση των κοιτασμάτων, χωρίς τετελεσμένα.

Η Ελλάδα δεν πρέπει να συρθεί από την μια σε μία πρόχειρη λύση που να δείχνει κατ’ επίφαση δημοκρατική ή συναινετική, απλά για να δημιουργήσει καθεστώς συνεκμετάλλευσης τόσο με την Τουρκία όσο και με τις ΗΠΑ. Από την άλλη όμως, δεν χρειάζεται να φτάσει ούτε στο άλλο άκρο, ώστε ν’ απορρίπτει οποιοδήποτε σχέδιο μέσα από εθνικιστικές κορώνες, μιλώντας για ξεπούλημα, προδοσία και άλλες ακραίες εκφράσεις που μόνο καλό δεν κάνουν στην όλη διαδικασία.

Είναι όμως ενδεικτικό της όλης κατάστασης, η αδυναμία των ελληνικών πολιτικών κομμάτων να συζητήσουν ψύχραιμα για το θέμα με σοβαρά επιχειρήματα και να δημιουργήσουν ένα πλαίσιο εθνικής διαπραγμάτευσης αλλά και κόκκινων γραμμών που θα προτείνουν από κοινού με την Κυπριακή δημοκρατία στις ΗΠΑ και στον ΟΗΕ.

Όσο η Ελλάδα φαίνεται κατακερματισμένη στις απόψεις της, παραπληροφορημένη αλλά και με τη λογική της μικροκομματικής σκοπιμότητας ενόψει εκλογών, τότε δεν θα μπορέσει να προωθηθεί άμεσα καμία λύση επανένωσης του νησιού, με πραγματικά οφέλη για όλους τους κατοίκους μέσα από το σεβασμό του Διεθνούς Δικαίου αλλά και των δικαιωμάτων που ισχύουν ήδη μέσα από το ευρωπαϊκό κεκτημένο λόγω ΕΕ. Πρέπει, πρωτίστως στην Ελλάδα, να επικρατήσει ο πολιτικός ρεαλισμός σε αντίθεση με τον εθνικιστικό λαϊκισμό που δεν προσφέρει καμία απολύτως υπηρεσία στο έθνος και στον ελληνισμό.

Γι’αυτό, λοιπόν, ας ανοίξει άμεσα από την συγκυβέρνηση ένας ουσιαστικός διάλογος στη Βουλή για το Κυπριακό,  ώστε τα κόμματα να τοποθετηθούν και να τεθούν πιθανά σημεία σύγκλισης. Διαφορετικά, θα βρεθεί η Ελλάδα χωρίς αντιπρόταση, χωρίς σχέδιο, χωρίς σοβαρή διπλωματική παρουσία, να πιέζεται να δεχθεί μία συνθήκη του τύπου ‘take it or leave it’, που μόνο βλαπτική μεταβολή θα αποτελεί για το υφιστάμενο status quo στην περιοχή.