Δευτέρα 10 Φεβρουαρίου 2014

ΟΙ "ΔΙΚΟΙ ΜΑΣ" ΧΩΡΙΣ ΣΧΕΔΙΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΧΩΡΑ ΟΤΑΝ ΟΙ ΕΞΩ ΜΑΣ ΕΧΟΥΝ ΗΔΗ ΜΕΤΑΤΡΕΨΕΙ ΣΕ ΑΠΟΙΚΙΑ!


Το δημοσκοπικό προβάδισμα του ΣΥΡΙΖΑ ανησυχεί τους Γερμανούς αλλά δεν είναι διατεθειμένοι να αλλάξουν την πολιτική τους για την Ευρώπη προκειμένου να ενισχύσουν την κυβέρνηση Σαμαρά ενόψει ευρωεκλογών. Αναμφίβολα, όσο πλησιάζουμε προς τις κάλπες, τόσο το ευρωιερατείο θα προσφέρει εύσημα στους εκλεκτούς του στην Αθήνα. Θερμά λόγια θα ακούσουμε πολλά, αλλά στο κρίσιμο ζήτημα της αναδιάρθρωσης του ελληνικού χρέους δεν αναμένεται η παραμικρή κίνηση. Για την ακρίβεια, στις παραμονές των ευρωεκλογών θα γίνει μια Σύνοδος του Eurogroup με σκοπό να καλλιεργήσει αισιόδοξες προοπτικές χωρίς όμως να αναλάβει συγκεκριμένη δέσμευση.

Μπορεί οι Σαμαράς και Βενιζέλος να δη­λώνουν σε κάθε ευκαιρία ότι σε λίγους μή­νες το Μνημόνιο θα είναι παρελθόν, αλλά η πραγματικότητα είναι πολύ διαφορετική. Ακόμα κι αν παραβλέψουμε το γεγονός ότι το πολυδιαφημιζόμενο πρωτογενές πλεόνα­σμα είναι πλασματικό, είναι ξεκάθαρο ότι η Ελλάδα αδυνατεί να πληρώνει τους τόκους για το δημόσιο χρέος. Η ελπίδα ότι μέσα στο 2014 θα καταφέρει να δανειστεί από τις αγορές είναι φρούδα. Είναι αληθές ότι τα επιτόκια για τα κυκλοφορούντα ελληνικά ομόλογα στη δευτερογενή αγορά έχουν πέσει αρκετά σε σύγκριση με τα προηγούμενα δυο τρία χρόνια. Παραμένουν όμως ακόμα σε απαγορευτικά επίπεδα. 

Εάν, μάλιστα, η Αθήνα εξέδιδε νέα ομόλογα, κατά πάσα πι­θανότητα τα επιτόκια θα έκαναν άλμα προς τα πάνω και μόνο εξαιτίας της ασάφειας που επικρατεί στο επίπεδο των πολιτικών εξελί­ξεων. Με άλλα λόγια, η επάνοδος στις αγο­ρές παραμένει όνειρο απατηλό. Γι’ αυτούς τους λόγους ο Σόιμπλε προω­θεί τη σύναψη νέας δανειακής σύμβασης της τάξεως των 15-20 δις ευρώ με σκοπό την κάλυψη του χρηματοδοτικού κενού. Εί­ναι ξεκάθαρο, μάλιστα, ότι η νέα δανειακή σύμβαση θα συνοδευτεί από νέο Μνημόνιο, έστω κι αν για επικοινωνιακούς λόγους δεν θα ονομαστεί έτσι. Θα είναι, ωστόσο, ένα κείμενο που θα περιγράφει τις δεσμεύσεις που θα αναλάβει η Ελλάδα. Δεσμεύσεις οι οποίες - επίσης για προφανείς λόγους- θα γράφουν στην επικοινωνιακή συσκευασία τους τον εύηχο όρο «μεταρρυθμίσεις». 

Στην πραγματικότητα και το νέο πακέτο δεσμεύ­σεων θα κινηθεί στην ίδια κατεύθυνση με τα προηγούμενα Μνημόνια. Χωρίς να πα­ραγνωρίζονται ορισμένες εξυγιαντικές πα­ρεμβάσεις, κεντρικός στόχος τους είναι να ολοκληρωθεί η μετατροπή της Ελλάδας σε μεταμοντέρνα αποικία χρέους στο πλαίσιο μιας μεταλλαγμένης ΕΕ. Η θεμελιακή αρχή του ενοποιητικού εγχει­ρήματος, η ισοτιμία των χωρών-μελών, έχει σήμερα καταντήσει άδειο κέλυφος. Καταλύτης για να συμβεί αυτό, όπως και για να εκδηλωθούν οι υφέρπουσες ηγεμονιστικές τάσεις του Βερολίνου, ήταν η κρίση. Σήμερα η Ευρώπη έχει αφεντικό και οι χώρες-μέλη έχουν ιεραρχηθεί. 

Αντί για «ευρωπαϊκή Γερ­μανία» έχουμε διολισθήσει στη «γερμανική Ευρώπη». Η εξέλιξη αυτή δεν θα είχε κατα­στεί δυνατή εάν η πολιτική του Βερολίνου για επιβολή της μονοδιάστατης λιτότητας στην ευρωπαϊκή περιφέρεια - και όχι μόνο- δεν εξυπηρετούσε τα συμφέροντα της ευ­ρωπαϊκής ολιγαρχίας του χρήματος. Αυτή είναι η Ευρώπη με την οποία πρέπει να διαπραγματευτεί η Ελλάδα. Ορισμένοι θεωρούν ότι το Μνημόνιο ήταν απλώς ένα λάθος των καλοπροαίρετων εταίρων μας. Εάν ίσχυε αυτό, οι αλλεπάλληλες παταγώδεις διαψεύσεις των προβλέψεων για την εξέλιξη της ελληνικής οικονομίας και τα εξόφθαλμα καταστροφικά αποτελέσματα θα είχαν προ πολλού οδηγήσει το ευρωιερατείο σε αναθεώρηση της μνημονιακής πολιτικής. 

Το γεγο­νός όμως ότι εμμένει στην ίδια καταστροφι­κή «θεραπεία» πείθει ότι έχει κρυφή ατζέντα. Οι εγχώριες άρχουσες ελίτ δεν έχουν σχέδιο για την Ελλάδα, αλλά το Βερολίνο έχει. Με όπλο το χρέος μετατρέπει την Ελλάδα σε μετα­μοντέρνα αποικία στο πλαίσιο της γερμανικής Ευρώπης. Τυπικά, βεβαίως, παραμένει ισότι­μη χώρα-μέλος. Στην πράξη όμως έχει συρρικνωμένα δικαιώματα. Είναι ενδεικτικό ότι λαμβάνονται αποφάσεις για την Ελλάδα χω­ρίς τη συμμετοχή της. Τελευταίο παράδειγμα η πρόσφατη σύσκεψη για το ελληνικό χρέος. Στην πραγματικότητα τις κρίσιμες αποφάσεις για την Ελλάδα τις λαμβάνουν οι Γερμανοί και μέσω της τρόικας τις επιβάλλουν στην Αθήνα. 

Η κλασική τακτική είναι να διασύρουν και να πιέζουν ασφυκτικά, μέχρι η ελληνική Βουλή να ψηφίζει τις εκάστοτε απαιτήσεις τους. Τότε λένε έναν ανέξοδο καλό λόγο, τον οποίο οι μνημονιακές κυβερνήσεις με την αμέριστη βοήθεια των κατεστημένων ΜΜΕ, παρουσιά­ζουν στους Έλληνες σαν επιβεβαίωση της ορ­θότητας των ασκούμενων πολιτικών! Οι ελληνικές άρχουσες ελίτ υιοθέτησαν εξαρχής την πολιτική που έρχεται ντελίβερι από το ευρωιερατείο. 

Διαποτισμένες από το σύνδρομο εξάρτησης θεωρούσαν ότι με την υπακοή τους θα διασώσουν τα προνόμιά τους, αδιαφορώντας ουσιαστικά για το γεγονός ότι αυτή η πολιτική καταστρέφει την Ελλάδα. Δεν είναι, βεβαίως τυχαία η ευκολία με την οποία έσπευσαν να αλλάξουν αφεντικό.  Διαβάστε την Επικαιρότητα  εδώ

ΓΙΑ ΤΗ ΧΑΜΕΝΗ ΑΡΙΣΤΕΡΗ ΤΙΜΗ…


Στα πρώτα – ήντα του αστικού μου βίου, ταλανισμένου για χρόνια από κόκκινες χίμαιρες κι ουτοπικές φυγές, βάζω κουκίδες στη σειρά, παλεύοντας να χαράξω λογική γραμμή. Δεν βγαίνει ακριβώς ευθεία, είναι αμυδρά τεθλασμένη… θυμίζει καρδιογράφημα ετοιμοθάνατου. Με τους «θεράποντες γιατρούς» απόντες, πεσμένους όλους με τα μούτρα στον πάσχοντα χοντρό φιλελεύθερο τύπο, εφαρμόζοντας με συγκινητική προσήλωση εξελιγμένες θεραπείες, λεπτές επεμβάσεις, αποτελεσματικά γιατρικά. 

Κι η Αριστερά μόνη κι αβοήθητη να πνέει με απόγνωση τα λοίσθια… Κι ούτε μια κουβέντα συμπόνιας, έστω «τιμής ένεκεν»… αντ’ αυτού άγριος χλευασμός. Αναζητά «βοήθεια» αλλά οι «γιατροί» είναι πολύ απασχολημένοι με τον χοντρό τύπο…Στη μοιραία, πριν το τέλος, αναδρομή του μυαλού της, θυμάται σταθμούς που σημάδεψαν τη ζωή της… θυμάται κάποτε τους δικούς της «γιατρούς», επιστήμονες επιφανείς, μέγιστους θεωρητικούς του πνεύματος που την κανάκεψαν.

Tην έντυσαν με υπέροχες θεωρίες, την ανέβασαν στο βάθρο και τις καρδιές φλογερών επαναστατών, πυροδότησαν φωτεινά μυαλά με τις αξίες της. Ενέπνευσαν γενιές ολόκληρες με τα ιδεώδη του ανθρωπισμού, της κοινωνικής δικαιοσύνης, της ισότητας, της αλληλεγγύης, της ειρήνης… Οραματιστές παθιασμένους που κατέθεσαν στον αξιακό βωμό αίμα, νιάτα και ζωή.

Ιδεολόγους αγωνιστές, συγκινητικά αθώους, που πίστεψαν βαθιά σ’ αυτήν και κανένα μαρτύριο, φόβος ή απειλή δεν στάθηκαν ικανά να την αντιπαλέψουν, ακόμη και την ώρα του τέλους με το όνομά της στα χείλη… απελπισμένα ερωτευμένοι στον αποχωρισμό της αγαπημένης. Αρνούμενοι να την αρνηθούν με απειλή θανάτου… Σφάχτηκαν πολλά παλικάρια στην ποδιά της μοιραίας, φλογερής Αριστεράς… 

Και μετά τη μεγάλη θυσία… τι; Μετά, ανείπωτη πίκρα… προδομένα οράματα… δυσθεώρητα λάθη…Οι «όμορφες θεωρίες, όμορφα καίγονται». Η «απάνθρωπη» πολιτική εφαρμογή πλήγωσε ανεπανόρθωτα μια σπουδαία ανθρωπιστική ιδεολογία, τη φτήνυνε, την καταδίκασε στη συνείδηση της ιστορίας, της χάρισε μελανές σελίδες… δίπλα σ’ αυτές του φασισμού! 

Ποια, η Αριστερά! Των μεγάλων ιδανικών για έναν «δίκαιο κόσμο» ίσων ευκαιριών…ΤΟ ΣΤΙΓΜΑ! Ανεξίτηλα τυπωμένο σε σελίδες και καρδιές αγωνιστών. Με τη γη χαμένη κάτω απ’ τα πόδια, τα χέρια αδειανά και το βλέμμα στο κενό με ένα «γιατί». Πολλά «γιατί»… 

Γιατί ακούμπησαν πάνω στα «ιερά» της βρώμικα χέρια; Γιατί στιγμάτισαν τα αριστερά οράματα, αίσχη ανθρωποειδών; 

Γιατί ερμήνευσαν τις ουμανιστικές ιδέες της διεστραμμένα μυαλά; Η ιστορία κατέγραψε και το παρόν αναρωτιέται. Μαζί με τους ρομαντικούς ερωτευμένους.

Ένα παρόν ανελέητο, ασφυκτικά άδικο όσο ποτέ στην ιστορία, αναρωτιέται για την χαμένη Αριστερά που ψυχορραγεί, απαξιωμένη, απογυμνωμένη, διασυρόμενη. Σε μια ιστορική συγκυρία που λογικά οι ιδέες της θα συνέπαιρναν τους σκληρά δοκιμαζόμενους λαούς και η θέση της θα ήταν περίοπτη στο παγκόσμιο σκηνικό, οι απανταχού… «γιατροί» της σ’ αυτή την οριακά κρίσιμη καμπή, έλαχε ακόμη μια φορά να αποδειχτούν πολύ μικροί για το μεγάλο «αριστερό όνειρο ενός δίκαιου κόσμου». 

Ασήμαντοι, άβουλοι, φτηνοί καιροσκόποι, απολιθώματα ενός άρρωστου παρελθόντος, πολιτικά «αυτιστικοί», εγκλωβισμένοι σε αγκυλώσεις, φοβικοί, λαϊκιστές… Αντί μιας γενναίας αυτοκριτικής - κάθαρσης, που θα διαχωρίσει την  ΙΔΕΑ από την ΠΡΑΞΗ, αποβάλλοντας παθογένειες, αποκηρύσσοντας θλιβερά μιάσματα και αποκαθιστώντας το σπουδαίο όραμα… 

Σέρνονται σαν τυφλοπόντικες, σκύβουν να αποφύγουν τον λιθοβολισμό, μουρμουρίζουν ακατάληπτες ψευδαισθήσεις, φοβούνται το φως και την ευθύνη, μικραίνουν την «πάλη» στα όρια της αυλής τους, αφήνουν χώρο στον φασισμό. Αχρηστεύουν τη «δεύτερη ευκαιρία» στην ιστορία. Χωρίς την παραμικρή αιδώ για το αίμα των γενναίων που χύθηκε χωρίς «γιατί», για χάρη ενός ονείρου…  

Χωρίς την παραμικρή αιδώ για το «αίμα» των σημερινών καταπιεσμένων του κόσμου τούτου… Εσείς οι επαίσχυντοι «θεράποντες», μη διασύρετε άλλο την περήφανη Αριστερά! Ή αναστήστε την όπως της αξίζει, ή τραβήξτε τα σωληνάκια, να έχει τουλάχιστον ένα αξιοπρεπές τέλος. Κι εσείς οι θλιβεροί «απέναντι» πριν λιθοβολήσετε, μετρήστε το ηθικό ανάστημα των θυμάτων της…

ΑΞΙΟΚΡΑΤΙΚΑ Η ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΙΚΑ ΚΡΙΤΗΡΙΑ;


Η δήλωση του υφυπουργού για τη δημόσια ραδιοτηλεόραση η αλήθεια είναι πως με προβλημάτισε. Με προβλημάτισε γιατί πάντα είχα στο μυαλό μου τον όρο αξιοκρατία συνδεδεμένο με τον όρο αντικειμενικότητα. Οι προσλήψεις λέει στην ΔΤ δεν έγιναν με αξιοκρατικά αλλά αντικειμενικά κριτήρια. Αυτή τη δήλωση στον νου μου τη συνέδεσα με το να ξανασυζητήσουμε το ζήτημα της μονιμότητας στο δημόσιο που είπε ο υπουργός διοικητικής μεταρρύθμισης. Είναι δύο δηλώσεις φαινομενικά ασύνδετες μεταξύ τους. Είναι δύο δηλώσεις που συνδέονται όμως αντιθετικά.

Δεν θα μπορούσε κανείς με αυτό να διαφωνήσει, να διαφωνήσει δηλαδή με την άρση της μονιμότητας. Mόνο αν είναι βολεμένος και δεν έχει προσόντα. Φυσικά ως προσόν δεν είναι η εργασιακή εμπειρία. Θέλω όμως να μου επιτρέψεις να συγκεκριμενοποιήσω αυτό στον τομέα, ας πούμε, των πανεπιστημιακών δασκάλων. Σκεφθείτε ότι ο πανεπιστημιακός δάσκαλος στην Ελλάδα, ξεκινώντας από την πάλαι ποτέ θέση του Λέκτορα ως εκείνη του full professor είναι περί τα 30 με 40 χρόνια στην έδρα.

Αν κανείς δει τα βιογραφικά ας πούμε όλων των καθηγητών στα ελληνικά πανεπιστήμια στους τομείς των ανθρωπιστικών σπουδών, καταλαβαίνει ότι η μεγαλύτερη πλειοψηφία προσλήφθηκε με αντικειμενικά, αλλά όχι με αξιοκρατικά κριτήρια. Να γίνω πιο σαφής. Πώς καταλαβαίνω τη διαφορά που εμμέσως υπονοεί ο υφυπουργός, τακτική που ακολουθείται καθ’ ολοκληρίαν σε όλο το δημόσιο.

Ας υποθέσουμε ότι έχουμε δύο υποψηφίους για μία θέση λέκτορα, οι οποίοι έχουν ίδια αντικειμενικά κριτήρια αλλά όχι ίδια αξιοκρατικά κριτήρια. Πιο συγκεκριμένα: Ο ένας υποψήφιος έχει, ας πούμε, ένα διδακτορικό από κάποιο ελληνικό πανεπιστήμιο. Η διδακτορική του διατριβή γράφτηκε στη μητρική του γλώσσα (ελληνική) και σε θέμα της μητρικής του γλώσσας (ελληνόθεμο). Ο άλλος υποψήφιος έχει, ας υποθέσουμε, διδακτορικό από ένα καλό γερμανικό πανεπιστήμιο, ας πούμε από τα Εxzellente πανεπιστήμια της Γερμανίας. Ο όρος Exzellent είναι από την ίδια τη γερμανική κυβέρνηση (το παράδειγμα του γερμανικού πανεπιστημίου το παίρνω απλώς επειδή γνωρίζω καλύτερα το ακαδημαϊκό επίπεδο).

Αυτός ο υποψήφιος γράφει τη διδακτορική του διατριβή σε δύσκολη ξένη γλώσσα (γερμανική) και σε ξενογενές θέμα (γερμανόφωνο). Για τον υφυπουργό αλλά και για την πρακτική που ακολουθείται δεκαετίες τώρα σε όλο το δημόσιο, πρόσληψη με αντικειμενικά κριτήρια σημαίνει προσλαμβάνω τον πρώτο υποψήφιο και δεν εκτιμώ τις δυσκολίες που είχε ο δεύτερος. Επιβραβεύω αυτούς που πηγαίνουν στον εύκολο δρόμο. Αφού και αυτός ο δρόμος καλύπτει το αντικειμενικό κριτήριο. Για να μην του πει κανείς όμως τίποτα, προσθέτει και το κοινωνικό κριτήριο. Ας πούμε οικογένεια. Έτσι, αυτός που πάλευε τόσα χρόνια σε πολύ πιο δύσκολες συνθήκες από αυτόν που διαλέγει τον εύκολο δρόμο μένει στο περιθώριο.

Αυτό συμβαίνει και στα ελληνικά πανεπιστήμια στους τομείς των ανθρωπιστικών επιστημών εδώ και δεκαετίες, αρκεί να ρίξετε μία ματιά στα βιογραφικά των διδασκόντων. Η άρση της μονιμότητας ας πούμε για το πανεπιστήμιο σημαίνει κάτι πολύ απλό. Ότι πλέον δεν θα κατέχουν, για παράδειγμα, την έδρα για 40 χρόνια, άνθρωποι με λιγότερα προσόντα από άλλους. Και μιλώ φυσικά όχι μόνο για τους ακαδημαϊκούς τίτλους που είναι το πιο σημαντικό αλλά και πόσες ανακοινώσεις σε συνέδρια και δημοσιεύσεις έχει κάποιος, σε ποια γλώσσα όλα αυτά και σε ποια πανεπιστήμια τα κάνει όλα αυτά. 

Γιατί αναξιοκρατία είναι να έχει κάνει κάποιος λαμπρές σπουδές, ασύγκριτα πιο δύσκολες από αυτούς που έχουν ας πούμε τις πανεπιστημιακές, διοικητικές κ.λπ. θέσεις και να μην μπορεί να βρει μία τέτοια θέση. Γιατί αξιοκρατία σημαίνει να εργάζεται πρώτα από όλα αυτός που έχει τα περισσότερα προσόντα, αυτός που επέλεξε τον δύσκολο δρόμο. Παρ' όλα αυτά, κανείς δεν μπορεί να αφαιρέσει την προσωπική ευχαρίστηση που αισθάνεται κάποιος, ακόμη και αν δεν κάνει τη θεσμική καριέρα που θα έπρεπε, όταν κατορθώνει κάτι πολύ δυσκολότερο από τους θεσμικούς καριερίστες των αντικειμενικών κριτηρίων

ΤΟ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ ΣΤΟ ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΟ ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ


Στην εποχή της οικονομικής αλλά συνάμα και ηθικής κρίσης που παρατηρείται στη χώρα μας, γίνονται εμφανή πολλά παραδείγματα απουσίας ή υποβάθμισης του Κράτους Δικαίου. Πιο συγκεκριμένα, οι ηθικές αρχές και οι ανθρωπιστικές αξίες έχουν καταπατηθεί και επικρατεί η μεροληπτική αντιμετώπιση των προβλημάτων από πλευράς της Πολιτείας και η προβολή του προσωπικού συμφέροντος από πλευράς των πολιτών. Είναι βέβαιο ότι η κρίση ιδεών, αξιών και αντιλήψεων είναι έντονη, με αποτέλεσμα να παρατηρούμε μία σειρά από αδικίες, ανομίες και απαράδεκτες συμπεριφορές στην καθημερινότητά μας. 

Αξίζει βέβαια να σημειωθεί ότι τέτοιου είδους συμπεριφορές και συνήθειες απέχουν παρασάγγας από την αρχαιοελληνική-ανθρωπιστική κουλτούρα, που όλοι λίγο έως πολύ έχουμε απεμπολήσει. Εξετάζοντας λοιπόν ενδελεχώς την καθημερινότητά μας, εντοπίζουμε ως κραυγαλέο παράδειγμα αγνόησης του Κράτους Δικαίου και του Νόμου, τη διαδεδομένη ρουσφετολογική αντίληψη που δυστυχώς έχει εδραιωθεί στη χώρα μας. Αυτή λοιπόν η πελατειακή σχέση πολίτη (πελάτη) και πολιτικού έχει οδηγήσει σε πάμπολλες αναξιοκρατικές προσλήψεις στο Δημόσιο και σε γενικότερες εξυπηρετήσεις προσωπικών επιθυμιών, σε τομείς που κινούνται γύρω από τον κρατικό μηχανισμό, όπως στρατός, σχολείο κτλ. 

Το φαινόμενο αυτό θεωρείται στοιχείο που ενσωματώθηκε στην ελληνική νοοτροπία από την Ανατολή, αλλά άραγε πόσα χρόνια χρειάζεται το πολιτικό σύστημα για να αντιληφθεί τη ζημία που επιφέρει στο κράτος και να δράσει καταλλήλως; Προχωρώντας όμως και σε άλλους καίριους κλάδους που επηρεάζουν τις εξελίξεις και βρίσκονται μέσα στη ζωή μας, δεν μπορούμε να αγνοούμε το τεράστιο πάρτι χρηματισμού δημοσίων, διοικητικών, ακόμη και δικαστικών υπαλλήλων στην Ελλάδα. Η ελληνική νοοτροπία βρίθει τέτοιων αναχρονιστικών μεθόδων με σκοπό την επίτευξη των προσωπικών αναγκών. 

Εξετάζοντας το σύστημα υγείας, Δικαιοσύνης και εξυπηρέτησης των πολιτών ευρύτερα, παρατηρούμε ότι το ίδιο το κράτος με τις ελλείψεις, τις δυσλειτουργίες, την ανοργανωσιά αλλά και τη χαρακτηριστική προχειρότητα επιτρέπει και τρέφει το φαινόμενο του χρηματισμού. Τέλος, θα μπορούσαμε επίσης να πούμε ότι καταπάτηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και πιο συγκεκριμένα της ισονομίας υπάρχει έντονα στη φορολόγηση των πολιτών. Άραγε όλοι φορολογούνται δίκαια και δε γίνονται εκούσια διακρίσεις από το κράτος;

Η σκληρή πραγματικότητα είναι ότι οι λεγόμενοι μικρομεσαίοι, είτε είναι αγρότες, είτε μέλη της αστικής τάξης, σηκώνουν ένα τεράστιο βάρος που πλήττει το βιοτικό τους επίπεδο και δοκιμάζει τους αντοχές τους. Αντίθετα την ίδια στιγμή περνούν στο φως της δημοσιότητας σκάνδαλα εκατομμυρίων φοροδιαφυγής από μεγαλοεπιχειρηματίες, πολιτικούς και διάσημους, που πολλές φορές γίνονται εν γνώση του συστήματος. Όλες αυτές οι άδικες μεταχειρίσεις και διακρίσεις καλύπτονται από την ισχύ πολιτικών ή και από το κατάλληλο νομοθετικό πλαίσιο που μελετήθηκε προσεκτικά για να «βολεύει τους ενδιαφερομένους»...

Όλες αυτές οι εξόφθαλμες αδικίες και πολλές ακόμη που κατατρύχουν την ελληνική κοινωνία θα μπορούσαν να αντιμετωπιστούν αρχικά με την εκ θεμελίων αλλαγή νοοτροπίας. Έτσι σε ένα γενικό πλαίσιο αναθεώρησης του κοινωνικού γίγνεσθαι και με τη διεύρυνση των πνευματικών οριζόντων, η κοινωνία θα κατάφερνε να στρέψει το βλέμμα της στους νόμους και στο δίκαιο. Σε αυτήν την προσπάθεια είναι απαραίτητη η συνεργασία οικογένειας, Πολιτείας, Παιδείας και πνευματικών ανθρώπων.

Ωστόσο, επειδή το πρόβλημα είναι κατά βάση πολιτικού περιεχομένου, μία βασική παράμετρος για τη βελτίωση της κατάστασης θα ήταν η αλλαγή πολιτικού ήθους. Πιο συγκεκριμένα, θεωρείται επιβεβλημένο να ξεπεραστεί κάθε είδους ψηφοθηρική αντίληψη και λαϊκίστικη-επικοινωνιακή τακτική. Με λίγα λόγια, όσο δύσκολο κι αν φαντάζει είναι αναγκαίο οι πολιτικοί να θέσουν ως βασικό θεμέλιο την προβολή του συλλογικού συμφέροντος έναντι του ατομικού. 

Φυσικά μία τέτοια ριζική αλλαγή νοοτροπίας χρειάζεται χρόνο και συλλογική προσπάθεια για να πάρει σάρκα και οστά. Ας ελπίσουμε ότι την επόμενη περίοδο στο γενικότερο πλαίσιο αναθεώρησης και ανασυγκρότησης των θεσμών και των αξιών της χώρας, θα επιτευχθεί η ενδυνάμωση των Νόμων, της Δικαιοσύνης, της ισονομίας αλλά και των ανθρωπιστικών αξιών.